Την σύγκριση της πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας ανέφερε στην ομιλία του ο Πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας στην Ολομέλεια της Βουλής την Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2018 πριν την ψήφιση του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2019.
Στην ομιλία του επισήμανε: «Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή ημέρα είναι μια μέρα που ενδείκνυται για συγκρίσεις, αλλά και για ουσιαστικό διάλογο πάνω στα ζητήματα της οικονομίας.
Επιτρέψτε μου, όμως, να ξεκινήσω με μία παρατήρηση. Δεν μπορώ να το αφήσω ασχολίαστο.
Είμαι από το 2009 σε αυτήν εδώ την Αίθουσα -κοντά στα δέκα χρόνια-, παρακολουθώ από παιδί τη Βουλή. Ειλικρινά μένω άναυδος. Δεν έχω ξαναδεί ποτέ παρόμοια συμπεριφορά όχι Αρχηγού Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά πολιτικού Αρχηγού, να απευθύνεται με αυτό το ιταμό και αυταρχικό ύφος σε εκλεγμένους Βουλευτές.
Κύριε Μητσοτάκη, μην διακόπτετε. Ψυχραιμία! Έχετε νεύρα.
Είμαι πολύ ήρεμος. Έχετε πολλά νεύρα το τελευταίο διάστημα. Είναι λογικό. Θα ακούσετε, όμως, το σχόλιό μου.
Είναι μια συμπεριφορά που αναρωτιέμαι εάν οφείλεται στο γεγονός ότι έχετε νεύρα, γιατί το έχετε ξανακάνει, να διατάζετε εκλεγμένο Βουλευτή να περάσει έξω και να απευθύνεστε με αυτόν τον ιταμό τρόπο στον Πρόεδρο της Βουλής και να κουνάτε το δάχτυλο ή είναι στοιχείο του χαρακτήρα σας, να συμπεριφέρεστε ως κακομαθημένο κολεγιόπαιδο, που νομίζει ότι η Βουλή των Ελλήνων είναι τσιφλίκι που σας κληρονόμησε ο πατέρας σας! Δεν είναι, όμως! Εδώ είναι ο ναός της Δημοκρατίας!
Μπορεί στη ζωή σας κάποια πράγματα να τα βρήκατε εύκολα, αλλά αυτή η οίηση και η έπαρση είναι επικίνδυνη για ανθρώπους που διεκδικούν εξουσία. Και αλίμονο αν πάρουν μεγαλύτερη εξουσία ποτέ από αυτήν που νομίζουν ότι έχουν!
Έρχομαι τώρα όχι στο θέμα του προϋπολογισμού αμέσως, διότι δυστυχώς για άλλη μία φορά στην ομιλία του ο κ. Μητσοτάκης ακολούθησε τον ίδιο ολισθηρό δρόμο, τον οποίο ξεκίνησε για πρώτη φορά στη συζήτηση την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή, όπου τον είδαμε να έρχεται εδώ και να κατηγορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους ως εθνικούς μειοδότες. Τον είδαμε να φτάνει στο κατώτατο σκαλί της αθλιότητας και να κατηγορεί τον Πρωθυπουργό της χώρας ότι πούλησε τη Μακεδονία στους Ευρωπαίους εταίρους, προκειμένου να πάρει τη μη περικοπή των συντάξεων. Με δυο λόγια, ότι έκανα συναλλαγή.
Και σας ρωτώ, κύριε Μητσοτάκη: Η συναλλαγή θέλει δύο. Γιατί δεν κατονομάζετε; Με ποιον έκανα αυτήν τη συναλλαγή; Με τον κ. Γιούνκερ; Με την κ. Μέρκελ; Με τον κ. Μακρόν; Με ποιον έκανα αυτήν τη συναλλαγή;
Αυτό, όμως, πέραν του γεγονότος ότι είναι ένα πρωτοφανές ολίσθημα, αποδεικνύει και την ψεύτικη πίστη του κ. Μητσοτάκη στο λεγόμενο ευρωπαϊκό ιδεώδες, την εμπιστοσύνη του στην Ευρώπη και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Αυτή, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, είναι η Ευρώπη στην οποία αγωνιζόσαστε να μείνουμε; Η Ευρώπη της φτηνής συναλλαγής; Η Ευρώπη που συναλλάσσεται προκειμένου να κερδίσει και δίνει με αυτόν τον άθλιο τρόπο θέματα τα οποία έχουν κρίσιμη και εθνική σημασία για μία χώρα, προκειμένου να μη μειώσει συντάξεις;
Κύριε Μητσοτάκη, με τον τρόπο που πολιτεύεστε αποδεικνύετε ότι δεν είστε ευρωπαϊστής, αλλά ευρωπαϊστής με αφήγημα Σαλβίνι και Όρμπαν και με συνθήματα Μιχαλολιάκου, δυστυχώς.
Γιατί ο κ. Μιχαλολιάκος της Χρυσής Αυγής έθεσε πρώτος αυτήν τη φαεινή ιδέα, αυτό το σενάριο.
Την επομένη την ίδια αθλιότητα την επαναλάβατε στο συνέδριό σας. Εκεί, όμως, πήγατε και ένα σκαλί παρακάτω. Μετά τον κ. Σαμαρά, ο οποίος θυμήθηκε την εποχή του Εμφυλίου πολέμου και αναπαρήγαγε τα συνθήματα της Χρυσής Αυγής, σε σχέση με τον Άρη Βελουχιώτη και το χαβιάρι και τα άλλα ωραία και χαριτωμένα που γράφουν οι χρυσαυγίτες στον διαδικτυακό τους τόπο, βγήκατε εσείς και, αφού επαναλάβατε την αθλιότητα περί συναλλαγής, είπατε κάτι που δεν ξέρω αν το καταλάβατε, όταν το λέγατε. Υπάρχει και αυτό το ενδεχόμενο. Μπορεί να μην το καταλάβατε. Είπατε «να τελειώνουμε με τον ΣΥΡΙΖΑ όχι γι’ αυτά που κάνει, αλλά γι’ αυτά που πιστεύει».
Ξέρετε, κύριε Μητσοτάκη, η τελευταία φορά που κάποιοι σε αυτόν τον τόπο αποφάσισαν να τελειώνουν με την Αριστερά γι’ αυτά που πιστεύει ήταν όταν άνοιξαν το ξερονήσια και οι φυλακές και χωρίστηκαν και διχάστηκαν οι Έλληνες σε εθνικόφρονες και εθνοπροδότες!
Κουνάτε το χέρι, γιατί προφανώς δεν έχετε καταλάβει πόσο μίσος κρύβουν αυτές οι αναφορές σας και πόσο διχαστικός είναι αυτός ο λόγος σας.
Και μετά από όλα αυτά, έχετε το θράσος να έρχεστε σήμερα εδώ και να κουνάτε το δάχτυλο σε μένα και στην παράταξή μου, ότι δήθεν εμείς διχάζουμε και δήθεν εμείς πολώνουμε, διότι έχουμε την άποψή μας, τη διαφορετική άποψη και για τα εθνικά θέματα, αλλά βεβαίως τη διαφορετική μας άποψη και για το πώς πρέπει να προχωρήσει η κοινωνία και η οικονομία.
Πέραν αυτής της παράστασης διχαστικού λόγου και ακραίας πόλωσης, με αφορμή την απαράδεκτη και από όλους καταδικαστέα χθεσινή βομβιστική επίθεση ενάντια σε έναν τηλεοπτικό σταθμό και μια εφημερίδα, πράξεις και δράσεις που είναι αδιανόητο να μην στεκόμαστε όλοι απέναντι με απόλυτο και καθαρό τρόπο, έρχεστε εδώ και ούτε λίγο ούτε πολύ κατηγορείτε πάλι εμένα και τον ΣΥΡΙΖΑ ως υπεύθυνους αυτής της εξέλιξης, διότι στοχοποιήσαμε, λέει, μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους. Με δυο λόγια, δηλαδή, επαναλαμβάνετε αυτήν την ακραία και άθλια ανοησία που ακούστηκε και χθες, ότι η Κυβέρνηση είναι ο ηθικός αυτουργός της δράσης των τρομοκρατών.
Είχαμε να ακούσουμε, κύριε Μητσοτάκη, τέτοια ακραία και άθλια κατηγορία για μια κυβέρνηση, για ένα πολιτικό κόμμα και για έναν πρωθυπουργό από τότε που πάλι κάποιοι ακραίοι στο κόμμα σας, στην παράταξή σας, τη δεκαετία του ’80 κατηγορούσαν τον Ανδρέα Παπανδρέου ως αρχηγό της «17 Νοέμβρη». Αυτήν την αθλιότητα ήρθατε να την επαναλάβετε εδώ.
Το ξέρω ότι εκνευρίζεστε.
Με ποιο σκεπτικό άραγε το επαναλαμβάνετε αυτό; Ποιος είναι ο συνειρμός;
Το σκεπτικό που έχει ο κ. Μητσοτάκης και όσοι λένε αυτές τις ακραίες αθλιότητες είναι ότι όποιος ασκεί πολιτική κριτική ή κατηγορεί κάποιον…
Το σκεπτικό, λοιπόν, αυτής της ακραίας στάσης και θέσης είναι το εξής απλό σκεπτικό: Όποιος ασκεί πολιτική κριτική ή κατηγορεί κάποιον με πολιτικούς όρους τότε στοχοποιεί και οπλίζει το χέρι των τρομοκρατών. Αυτό λέτε.
Αν αυτό λέτε, τότε θα έπρεπε, κύριε Μητσοτάκη, και εσείς και πολλοί συνάδελφοί σας και η παράταξή σας να ήταν ο ηθικός αυτουργός των επιθέσεων που δέχεται σχεδόν κάθε δεύτερη εβδομάδα ο Αλέκος Φλαμπουράρης, ο Υπουργός Επικρατείας, που έχει καεί τρεις φορές το σπίτι του και που εσείς ήσασταν που αδίκως, όπως φάνηκε από την εξέλιξη της δικαστικής υπόθεσης, τον κατηγορήσατε σε σχέση με το «πόθεν έσχες».
Αν ισχύει αυτή η θεωρία, ότι όποιος ασκεί πολιτική κριτική είναι ένοχος και ηθικός αυτουργός, τότε και εσείς είστε ηθικοί αυτουργοί, διότι κάθε δεύτερη βδομάδα επίσης έχουμε βομβιστικούς μηχανισμούς σε γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ ή -για να το πάμε και λίγο παραπέρα και να θυμηθούμε ότι η βία δεν κατοικεί μονάχα σε ένα ιδεολογικό στρατόπεδο- είστε και εσείς υπεύθυνοι για το γεγονός ότι προπηλακίστηκε σκαιότατα ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης πριν από λίγους μήνες από εθνικιστές ή για τη βεβήλωση των μνημείων της πόλης της Θεσσαλονίκης. Αυτή, λοιπόν, είναι μια απίστευτα ολισθηρή αντίληψη, την οποία οφείλετε να την αποσύρετε από τον πολιτικό διάλογο.
Έρχομαι τώρα σε όσα είπατε για άλλη μια φορά για το κρίσιμο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών και την προοπτική να αποκατασταθεί μια διένεξη και μια διαφορά τριάντα και πλέον χρόνων μέσω αυτής της Συμφωνίας. Διότι μιλήσατε για κυβέρνηση των εθνικών υποχωρήσεων.
Είναι γνωστό σε όλους, νομίζω, ότι έχετε αλλάξει θέση σταδιακά από τότε που ξεκίνησε αυτή η συζήτηση αρκετές φορές. Είναι φανερό, επίσης, σε όλους –το ίδιο λέτε και στην Ευρώπη άλλωστε- ότι η αντίθεσή σας με την ουσία αυτής της Συμφωνίας είναι προσχηματική, ακριβώς διότι δεν θέλετε να διασπάσετε το κόμμα σας εξαιτίας των διαφορετικών απόψεων που υπάρχουν στο θέμα αυτό, αλλά βεβαίως επιθυμείτε, πηγαίνοντας προς τον εκλογικό κύκλο, να ψαρέψετε στα θολά νερά του ακροδεξιού ακροατηρίου και του εθνικιστικού ακροατηρίου.
Δεν θα αναφερθώ στις διαδοχικές κόκκινες γραμμές που θέσατε στο ζήτημα της Συμφωνίας αυτής. Θα αναφερθώ μονάχα στην τελική κόκκινή σας γραμμή. Γιατί λίγο πριν υπογράψουμε, η κόκκινη γραμμή ήταν να αλλάξει το Σύνταγμά τους. Λίγο πιο πριν ήταν άλλη η κόκκινη γραμμή. Τώρα είναι το λεγόμενο «έθνος» και η γλώσσα.
Το μεν ζήτημα της γλώσσας νομίζω ότι είναι ένα ζήτημα που έχει αναλυθεί. Άλλωστε αναγνωρίζεται διεθνώς από τη Διάσκεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών το 1977, αλλά και η ίδια η Συμφωνία αναφέρει ρητώς ότι πρόκειται για νότια σλαβική, που καμία σχέση δεν έχει βεβαίως με την ελληνική γλώσσα που μιλούν οι Μακεδόνες του ελληνικού κομματιού της Μακεδονίας και που είναι η συνέχεια της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και κληρονομιάς.
Στο θέμα της εθνότητας όμως και του έθνους επιμένετε διαρκώς. Μάλιστα, φτάσατε στο σημείο εσείς, που τόσο καλά γνωρίζετε την αγγλική γλώσσα, μιας και σπουδάσατε στο εξωτερικό, να μας λέτε ότι nationality είναι το ίδιο με το ethnicity. Δεν είναι citizenship, δεν είναι υπηκοότητα, είναι εθνότητα.
Φαντάζομαι ότι δεν θα έχετε παρακολουθήσει το τελευταίο διάστημα τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στη γειτονική χώρα. Ίσως να έχετε μάθει βέβαια, αλλά δεν το σχολιάσατε, ότι οι όποιες ανησυχίες που πρώτος εσείς εγείρατε ότι δήθεν υπάρχει ζήτημα μειονότητας στην Ελλάδα -που είναι το πρώτο πράγμα που αυτή η Συμφωνία αποτρέπει- έχουν πλέον ολότελα φύγει από το προσκήνιο μέσα από την τροπολογία που έγινε συνταγματική διαδικασία και ευθυγραμμίζεται το αντίστοιχο άρθρο με το δικό μας, μιλώντας για διασπορά και όχι για μειονότητα.
Σήμερα λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, έρχεται μια νέα τροπολογία στη Βουλή των Σκοπίων, την οποία καταθέτουν κάποιοι Βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος. Τι λέει αυτή η τροπολογία; Αυτή η τροπολογία λέει ότι αυτό που καθορίζεται στη Συμφωνία των Πρεσπών είναι η υπηκοότητα και δεν καθορίζει ούτε προδικάζει την εθνότητα στην οποία ανήκουν οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, κύριε Μητσοτάκη!
Και αυτή η τροπολογία, κύριε Μητσοτάκη, μπαίνει στον συνταγματικό νόμο. Θα δούμε αν ψηφιστεί από τα δύο τρίτα. Αν ψηφιστεί, θα βγείτε δημόσια να πείτε ότι όλα όσα λέγατε τέσσερις μήνες τώρα είναι αερολογίες, είναι λόγια του αέρα και το κάνατε μόνο και μόνο για να διχάσετε τον ελληνικό λαό και να δημιουργήσετε κλίμα;
Δεν ξέρω αν θα το κάνετε. Πιθανολογώ ότι δεν θα το κάνετε.
Σε ό,τι δε αφορά τις κορώνες σας για την Αλβανία, δεν υπάρχει κανένας λόγος να κάνετε τον τζάμπα μάγκα εδώ τώρα για την Αλβανία, ότι δήθεν εσείς υψώνετε ψηλά το σθένος.
Το Υπουργείο Εξωτερικών στο ζήτημα αυτό έχει κάνει και διμερώς διαβήματα, αλλά έχει ενημερώσει και την Ευρωπαϊκή Ένωση, με μήνυμα σαφές ότι, αν δεν υπάρξει σεβασμός των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας, κυρίως στο περιουσιακό, αλλά και στο ζήτημα του νέου νόμου για τις μειονότητες, δεν θα υπάρξει ευρωπαϊκή πορεία της γειτονικής χώρας.
Και τώρα το να κρύβεστε εδώ πίσω από προσχήματα για να συνεχίσετε αυτή την τακτική, να «ψαρεύετε» δηλαδή και να παρουσιάζετε εσείς τον υπερπατριώτη, νομίζω ότι είναι κάτι που δεν σας τιμά και που πολύ γρήγορα θα αρχίσει να αποκαλύπτεται στα μάτια του ελληνικού λαού.
Έρχομαι τώρα στα θέματα του προϋπολογισμού. Έλεγα ότι η σημερινή μέρα είναι μια μέρα που ενδείκνυται για συγκρίσεις, διότι παραλάβαμε πριν από τέσσερα χρόνια μια χώρα βυθισμένη στη χρεοκοπία και βυθισμένη στη χρηματοπιστωτική ασφυξία, μια χώρα που είχε υποστεί ένα πρόγραμμα σοκ λιτότητας και κοινωνικής διάλυσης, πρωτοφανές, το οποίο είναι στην παγκόσμια βιβλιογραφία.
Και βέβαια, σήμερα έχουμε τη χαρά και τη συγκίνηση, όπως φάνηκε από το τέλος της ομιλίας του Υπουργού των Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, να ψηφίζουμε τον πρώτο μεταμνημονιακό προϋπολογισμό της χώρας μετά από οκτώ χρόνια.
Παραλάβαμε τη χώρα αμέσως μετά από μια πενταετία καταστροφής, μετά από έναν οικονομικό όλεθρο, μετά από έναν κοινωνικό Αρμαγεδδώνα και έρχεστε εσείς σήμερα και λέτε να συγκρίνουμε. Βεβαίως να συγκρίνουμε, κύριε Μητσοτάκη. Δεν θέλετε, λέτε, να συγκρίνουμε τι έγινε τα πρώτα χρόνια, το διάστημα 2010-2012.
Δεν ξέρω, βέβαια, αν συμφωνεί σε αυτό ο κ. Βενιζέλος και η κ. Γεννηματά, αλλά μαζί κυβερνήσατε και έχετε κοινές ευθύνες.
Μήπως το ίδιο λέτε και για την προηγούμενη τετραετία; Η Νέα Δημοκρατία δεν ήταν στην Κυβέρνηση του τόπου, όταν το έλλειμμα εκτινάχθηκε στο 15%; Ποια είναι η παράταξη, λοιπόν, που έχει ευθύνη και για το γιατί μπήκαμε στα μνημόνια και για το ότι αυτά τα πέντε χρόνια οδηγηθήκαμε σε έναν πρωτοφανή κοινωνικό Αρμαγεδδώνα.
Να συγκρίνουμε, όμως, κύριε Μητσοτάκη, αφού θέλετε να συγκρίνουμε, πού βρεθήκαμε, τι παραλάβαμε, πώς οδηγηθήκαμε ως εδώ. Εφαρμόσατε –γιατί μαζί το κάνατε- μέτρα λιτότητας από το 2010 έως το 2014, την καταστροφική πενταετία, ύψους 65 δισεκατομμυρίων ευρώ. Κόψατε τις συντάξεις την καταστροφική αυτή πενταετία για 40 δισεκατομμύρια ευρώ. Εκτοξεύσατε την ανεργία από το 11% στο 28%. Μειώσατε τον εθνικό μας πλούτο κατά το ένα τέταρτο.
Τι ακριβώς θέλετε να συγκρίνουμε; Που έχετε πάρει το τελευταίο διάστημα αγκαλιά και τον κ. Σαμαρά, τον Πρωθυπουργό της καταστροφής, και επαίρεστε για τα κατορθώματά του; Τι να συγκρίνουμε; Που αφήσατε μια χώρα κατεστραμμένη και ηττημένη σαν από πολυετή πόλεμο, παρά το ότι αυτά τα πέντε χρόνια ήμασταν σε καιρό ειρήνης; Δεν κάναμε κανένα πόλεμο.
Θέλετε, λοιπόν, να συγκρίνουμε την καταστροφική πενταετία 2010-2014 με την πενταετία της ανάκαμψης, της ανασυγκρότησης και της αναγέννησης μιας κοινωνίας και μιας οικονομίας από τις στάχτες, μιας κοινωνίας που λεηλατήσατε αυτά τα πέντε χρόνια;
Μας λέτε διαρκώς «ψηφίσατε το χειρότερο μνημόνιο».
Αλήθεια, κύριε Μητσοτάκη; Θέλετε να συγκρίνουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή; Σας τα είπα και την προηγούμενη εβδομάδα αναλυτικά, με νούμερα.
Αν συμπεριλάβουμε και τα θετικά μέτρα του κοινωνικού μερίσματος τα τρία τελευταία χρόνια, εμείς πράγματι κάναμε μια ήπια δημοσιονομική προσαρμογή. Αν συμπεριλάβουμε και τα μέτρα του μερίσματος, ήταν γύρω στα 6,4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Εσείς από το 2010 ως το 2014 είχατε συνολικά μέτρα λιτότητας 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Τι θέλετε να συγκρίνουμε; Το «65» με το «6,5»; Δέκα φορές πιο σκληρή υπήρξε η δική σας δημοσιονομική προσαρμογή. Kαι το οξύμωρο; Χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Τι ακριβώς να συγκρίνουμε;
Μήπως θεωρείτε ότι ο κόσμος στον οποίο απευθύνεστε τα έχει ξεχάσει αυτά; Κάποια στιγμή μπερδευτήκατε πέρυσι, στη συνέντευξή σας στη Θεσσαλονίκη και είπατε ότι εσάς δεν σας ενδιαφέρει η ουσία, αλλά η επικοινωνία. Γλώσσα λανθάνουσα! Δεν είναι όλα επικοινωνία στη ζωή.
Όταν, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι έχουν βιώσει στο πετσί τους να τους κόβεται η σύνταξη ξανά και ξανά και ξανά και να μένουν άνεργοι και να τους κόβεται ο μισθός και να φεύγουν στο εξωτερικό και τώρα βλέπουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν αισιοδοξία για το μέλλον τους, προσπαθούν με αξιοπρέπεια να σταθούν στα πόδια τους, πιστεύετε ότι θα σας σώσουν τα ωραία σποτάκια που φτιάχνετε, που συναντάτε τάχα τυχαία ανθρώπους που σας λένε τι ωραίος που είστε;
Θα έρθουν και οι εκλογές, κύριε Μητσοτάκη. Τις ζητάτε εδώ και τρία χρόνια. Θα έρθουν και οι εκλογές και θα δούμε, πράγματι, πόσα απίδια πιάνει ο σάκος. Διότι στις εκλογές δεν ψηφίζουν οι δημοσκόποι, αλλά ψηφίζει ο λαός που λεηλατήσατε και που τον Σεπτέμβρη του 2019 θα κοιτάει με περισσότερη αισιοδοξία το μέλλον του και το μέλλον αυτού του τόπου.
Εμείς, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, πετύχαμε εκεί που τρεις δικές σας κυβερνήσεις, του πολιτικού συστήματος που εκπροσωπείτε και δύο Προγράμματα απέτυχαν παταγωδώς. Εμείς οι ανίκανοι, όπως είπατε πριν, εμείς οι ερασιτέχνες, οι άβγαλτοι, που δεν είμαστε από τζάκια εμείς και δεν είμαστε και τεχνοκράτες, πετύχαμε. Αυτό είναι που σε τελική ανάλυση δεν μπορείτε να χωνέψετε με τίποτα. Αυτό είναι που δεν μπορείτε να χωνέψετε.
Εδώ και τρία χρόνια διαρκώς καταστροφολογείτε. Είχατε επιλέξει από την πρώτη ημέρα της εκλογής σας το αφήγημα της καταστροφής. Κλείνετε και τρία χρόνια τον Γενάρη. Σας εύχομαι να τα πολλαπλασιάσετε ως Αρχηγός της Αντιπολίτευσης. Τρία χρόνια, ως Αρχηγός της Αντιπολίτευσης, καταστροφολογείτε και ζητάτε εκλογές. Επενδύσατε τα πάντα στην καταστροφή. Δεν σας βγήκε η καταστροφή.
Δεν έχετε αφήγημα και προσπαθείτε διαρκώς να φτιάξετε μια ανεστραμμένη εικόνα της πραγματικότητας για να δικαιολογήσετε τα αδικαιολόγητα και να κατασκευάσετε επιχειρήματα.
Η πολιτική, όμως, είναι πραγματικότητα, δεν είναι φαντασιακό. Διότι εσείς μας λέτε «τι θα γινόταν εάν». Αυτό είναι το αφήγημα: «Τι θα γινόταν εάν».
Οι πολίτες κρίνουν με βάση αυτό που έχουν ζήσει και με βάση αυτό που προσδοκούν, βεβαίως. Στη δική μας περίπτωση υπάρχουν πεπραγμένα κυβερνήσεων που εκπροσώπησαν δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πολιτικά σχέδια τα τελευταία οκτώ χρόνια στην Ελλάδα. Είναι οι κυβερνήσεις σας, ΚΙΝΑΛ -ή ΠΑΣΟΚ, πώς να το πω δεν ξέρω, μάλλον ΚΙΝΑΛ- Νέας Δημοκρατίας από το 2010 έως το 2014 και εμείς από το 2015 έως σήμερα. Αυτά τα πεπραγμένα θα κρίνουν οι πολίτες.
Θέλω να ξεκινήσω, λοιπόν, αυτή τη σύγκριση επί του βασικού μεγέθους της οικονομίας, το οποίο είναι ο παραγόμενος πλούτος.
Από το 2010 έως το 2014, λοιπόν, το ¼ του εθνικού πλούτου, αυτό το 25%, αν το απλώσουμε σε μια πενταετία, θα δούμε ότι είχαμε κατά μέσο όρο περίπου ύφεση 5% κάθε χρόνο τα χρόνια αυτά της καταστροφικής πενταετίας. Από το 2015 έως σήμερα ποια είναι η εικόνα;
Η εικόνα είναι η αντίστροφη, κύριε Μητσοτάκη. Μάλιστα, η χώρα στο τέλος του 2018, τώρα δηλαδή, αναμένεται να συμπληρώσει δύο χρόνια θετικού ρυθμού μεγέθυνσης με την ανάπτυξη που έφτασε πέρυσι στο 1,5%, φέτος πάνω από 2% και αναμένεται ακόμα μεγαλύτερη το 2019.
Εδώ, λοιπόν, μιλούν τα δεδομένα και όχι οι αστήρικτες εκτιμήσεις σας.
Ως προς το δήθεν κόστος της διαπραγμάτευσης, άλλη φορά μας λέτε ότι είναι 80, άλλη φορά 100, άλλη φορά 200, αλλά δεν φαίνεται πουθενά αυτό το κόστος στο δημόσιο χρέος. Η δήθεν αναπτυξιακή έκρηξη βρισκόταν προ των πυλών, τη ζούσε ο κόσμος το 2014, περίμενε την έκρηξη. Εκεί που είχαν 25% ύφεση σωρευτικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο κόσμος προσδοκούσε ότι, αν συνέχιζε ο κ. Σαμαράς, θα είχαν ξαφνικά το 2015 ανάπτυξη 5%.
Συγγνώμη, αλλά ποιους κοροϊδεύετε; Πώς τα λέτε αυτά τα πράγματα στον ελληνικό λαό; Εσείς που είχατε το ρεκόρ συρρίκνωσης του ΑΕΠ στην ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας, πώς θα πηγαίνατε ξαφνικά σε ρυθμούς μεγέθυνσης 4% και 5%;
Εδώ έχει ένα ενδιαφέρον διάγραμμα, μιας και εσείς αναφέρεστε σε διαγράμματα, που δείχνει το ποσοστό αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ σε υψηλό δεκαετίας. Από το 1996 ως το 2010 αυξανόταν το ποσοστό του ΑΕΠ, βυθίστηκε τα πρώτα μνημονιακά χρόνια, από το 2015 και μετά αυξάνεται ξανά.
Βεβαίως, μιας και σας αρέσει να μιλάμε και για το δημοσιονομικό πλεόνασμα και έλλειμμα, βλέπουμε την πορεία του πλεονάσματος και του ελλείμματος, όπου όλα τα προηγούμενα χρόνια το έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης της χώρας ήταν αρνητικό ακόμα και την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι άλλο πράγμα το πρωτογενές πλεόνασμα και άλλο το έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης. Δεν το λέω για σας. Το λέω γι’ αυτούς που μας ακούνε σήμερα.
Θετικό πρόσημο, στο πλεόνασμα δηλαδή της Γενικής Κυβέρνησης, είχαμε μόλις ένα χρόνο πριν. Κρατήστε αυτά στα Πρακτικά για να τα μελετήσετε.
Να θυμηθούμε, λοιπόν, αφού το θέλετε, σε τι κατάσταση είχατε αφήσει τη χώρα το 2014 τέτοιο καιρό. Είχατε στείλει την πέμπτη αξιολόγηση στις καλένδες, το Πρόγραμμα με βάση τους ίδιους Θεσμούς ήταν ένα Πρόγραμμα ανεπίστρεπτα εκτός πορείας. Θυμάστε πόσο είχατε υπογράψει σε βάθος τετραετίας εσείς που μας κατηγορείτε για τα πλεονάσματα; Είχατε υπογράψει 4,5% και 4% έως το 2060 και κατηγορείτε εμάς, που το 3,5% τώρα και 2% από το 2013 και μετά είναι το τέταρτο μνημόνιο. Εσείς, δηλαδή, τι είχατε υπογράψει ακριβώς;
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Σας είπα ότι δεν πετύχατε πουθενά. Είχατε στόχο για πλεόνασμα το 2014 1,5% και ξέρετε πόσο φέρατε; Ξέρετε τι λένε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ; Φέρατε 0,1%.
Φυσικά, το χειρότερο από όλα και πιο εγκληματικό από αυτά που κάνατε είναι ότι παραδώσατε στους επόμενους, σε μας δηλαδή, άδεια δημόσια ταμεία, ασφαλιστικά ταμεία με υπέρογκα ελλείμματα -πάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ- και υλοποιούσατε τότε αυτό το σχέδιο της φοβερής εμπνεύσεως του κ. Σαμαρά περί αριστερής παρενθέσεως.
Μάλιστα, θυμάμαι ότι ήταν ακόμα και κυβερνητικά στελέχη, ενόσω ήσασταν ακόμα κυβέρνηση, που καλούσαν τους πολίτες ενόψει των εκλογών να βγάλουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες. Τα ξεχάσατε αυτά; Στο τέλος, δηλαδή, της καταστροφικής σας θητείας, το μόνο που σας ενδιέφερε ήταν η υπονόμευση των πολιτικών σας αντιπάλων και όχι το μέλλον της χώρας.
Δεν σας βγήκε, βεβαίως, το σχέδιο της παρένθεσης. Δώσαμε μάχη, καταφέραμε να φθάσουμε σε έναν δύσκολο συμβιβασμό, όπως απέδειξε η ζωή, έναν συμβιβασμό έντιμο, γιατί είχε προοπτική. Επιμένετε να ξεχνάτε ότι αμέσως μετά ζητήσαμε την κρίση του ελληνικού λαού. Έγιναν εκλογές στον τόπο τον Σεπτέμβρη του 2015 μετά τον έντιμο συμβιβασμό, μετά τον δύσκολο συμβιβασμό.
Ζητήσαμε την ψήφο του ελληνικού λαού για να συνεχίσουμε σε ένα άλλο πρόγραμμα δυσκολίας και ανάβασης, αλλά με προοπτική και βεβαίως, ο ελληνικός λαός σάς έστειλε ξανά στα έδρανα της Αντιπολίτευσης.
Αλήθεια, ας πάμε να πιάσουμε κάποιους τομείς, γιατί σήμερα θέλω να απαντήσω σε τέσσερα κυρίως ζητήματα όπου προσπαθείτε να δημιουργήσετε αφήγημα, φτιάχνοντας νέους μύθους. Είχατε το θάρρος ή το θράσος -δεν ξέρω- να βγείτε εδώ σήμερα και να μιλήσετε εσείς για θέσεις εργασίας και ανεργία.
Δεν ξέρω πως μπορείτε να το κάνετε εσείς αυτό, όταν με την παράταξή σας επί κ. Σαμαρά πρωθυπουργού φτάσαμε στο δυσθεώρητο 28% την ανεργία. Και ποιος μπορεί να σας πάρει στα σοβαρά, όταν μιλάτε εσείς για δουλειές και θέσεις εργασίας που έχετε το «know how» να τις φέρετε, όταν πήγατε την ανεργία στο 28% από το 11% που ήταν. Και εμείς στα τριάμισι αυτά χρόνια από το Σεπτέμβρη του 2015 έχουμε καταφέρει να αποκλιμακώσουμε σήμερα την ανεργία στο 18,3%, έχοντας δημιουργήσει στον τόπο τριακόσιες πενήντα θέσεις εργασίας. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Μας κοροϊδεύατε για το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης που είχαμε μιλήσει για τριακόσιες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Αυτή είναι η εικόνα της ανεργίας και της αποκλιμάκωσης. Ανέβηκε απότομα στα πρώτα χρόνια της καταστροφής, μετά αποκλιμακώθηκε και σήμερα έχει φτάσει σταδιακά στο 18%. Το υψηλότερο ποσοστό της ανεργίας, κύριε Μητσοτάκη, ήταν στο πρώτο εξάμηνο του 2014 επί Κυβερνήσεως Σαμαρά. Κρατήστε το κι αυτό.
Αλλά, ξέρετε, το σημαντικότερο θα έλεγα πως δεν είναι ότι καταφέραμε να μειώσουμε σχεδόν δέκα μονάδες την ανεργία από το υψηλότερο ποσοστό της, αλλά ότι έχουμε και σχέδιο για την επόμενη μέρα. Αυτό είναι το κρίσιμο. Διότι η ανεργία στο 18,3% παραμένει υψηλή και όπως με σχέδιο πήγε από το 28% στο 18%, έτσι το σχέδιό μας είναι σταδιακά τα επόμενα χρόνια, μέσα στην επόμενη διετία, να φτάσουμε στο 15% με τη σταθερή ανάκαμψη της οικονομίας και όταν με το καλό θα ολοκληρώνουμε και την επόμενη τετραετία που θα μας δώσει ο ελληνικός λαός, θα φτάσουμε επιτέλους στον ευρωπαϊκό μέσο. Αυτό είναι το σχέδιό μας.
Αλλά, μάλλον, η ανεργία και οι θέσεις εργασίας δεν είναι το φόρτε σας. Ας πιάσουμε ένα άλλο θέμα, το οποίο θεωρείτε προνομιακό σας πεδίο. Ας μιλήσουμε για τις επενδύσεις, που είναι το φόρτε σας. Για να δούμε τη δήθεν ιδεοληψία της Κυβέρνησής μας απέναντι στους επενδυτές. Το 2017 ήταν η χρονιά που η χώρα κατέγραψε ρεκόρ δεκαετίας στις άμεσες ξένες επενδύσεις και το ίδιο αναμένεται να συμβεί και φέτος. Ανατρέξτε στα πραγματικά δεδομένα και αναρωτηθείτε γιατί συνέβη αυτό.
Θέλω να αναφέρω ενδεικτικά τρεις κλάδους, χωρίς να σημαίνει βεβαίως ότι κινητικότητα δεν καταγράφεται και σε άλλους κλάδους της οικονομίας.
Πρώτον, στον ενεργειακό τομέα. Η ολοκλήρωση της πώλησης της ΔΕΣΦΑ με το Δημόσιο να αποκτά ουσιαστικά δικαιώματα, η πώληση του 24% του ΑΔΜΗΕ με την παράλληλη διακράτηση του 51% υπό δημόσιο έλεγχο και η ολοκλήρωση των συναλλαγών για τις εταιρείες εμπορίου και υποδομών φυσικού αερίου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη πριν από λίγες μέρες. Επίσης, το νέο θεσμικό πλαίσιο για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειες που είναι σε θέση να φέρουν επενδύσεις σε νέες παραγωγικές μονάδες τον επόμενο χρόνο, της τάξης των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ στην τριετία. Αυτά είναι μόνο κάποια στοιχεία από την πολύ σημαντική δουλειά που έχει γίνει στο χώρο της ενέργειας τα τελευταία χρόνια.
Στον κατασκευαστικό κλάδο ρωτήστε να δείτε ότι ξεκίνησε ξανά οικοδομή. Πάρτε μία εικόνα από τους συνεργάτες σας. Βγείτε, εσείς που κυκλοφορείτε, έξω στην πιάτσα να δείτε τι γίνεται. Ολοκληρώθηκαν, βεβαίως, στα πιο δύσκολα χρόνια, τα πρώτα χρόνια, οι οδικοί άξονες, εκείνοι που εσείς είχατε παρατήσει στη μέση και μάλιστα, ολοκληρώθηκαν με πολύ πιο ευνοϊκούς όρους για τα συμφέροντα του Δημοσίου, ενώ χθες ο Υπουργός Υποδομών ανέφερε ότι προχωρούμε εντός του 2019 στη συμβασιοποίηση νέων έργων συνολικού προϋπολογισμού 9,17 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Και τέλος, στον τουριστικό τομέα που έχει, πράγματι, πρωταγωνιστήσει στον τομέα της οικονομίας, εκεί όπου, πέρα από τα αλλεπάλληλα ρεκόρ κάθε έτος, έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικότατες ιδιωτικές επενδύσεις τόσο στα νησιά υψηλής τουριστικής ζήτησης, όσο και στη Χαλκιδική, στην Κρήτη και στην Αθήνα. Και στην Αθήνα έχουμε σημαντικότατες επενδύσεις, ιδίως στον τομέα των ξενοδοχείων. Έτσι είχαμε μια πολύ σημαντική αύξηση και στον συνολικό αριθμό των ποιοτικών τουριστικών μονάδων, γεγονός που συμβάλλει και αυτό στην επίτευξη των ρεκόρ στον τουρισμό αλλά και στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης.
Επίσης, να αναφέρω τις τομές που έφερε το πρόσφατο νομοσχέδιο του Υπουργείου Τουρισμού και τα κίνητρα του νομοσχεδίου που δίνει και για καζίνο. Και σε αυτό το σημείο να τονίσω, γιατί πολλή σπέκουλα έχει πέσει, ότι το μεγάλο εμβληματικό project του Ελληνικού θα εκκινήσει την άνοιξη του 2019, μετά την ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας για το καζίνο και την επίλυση κάποιων τελευταίων γραφειοκρατικών προβλημάτων.
Την ίδια στιγμή, επενδύσεις και επιχειρηματικές εξελίξεις λαμβάνουν χώρα και σε σειρά άλλων κλάδων, όπως στον κλάδο της υγείας, των logistics, των τηλεπικοινωνιών, του Real Estate, των τροφίμων. Να δούμε λίγο και τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής, το 2017 οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις ανήλθαν στα 3,59 δισεκατομμύρια ευρώ. Το εννιάμηνο του 2018 είμαστε ήδη στα 2,77 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό το νούμερο, το 3,59, σας είπα πιο πριν ότι είναι το μεγαλύτερο στη δεκαετία, δηλαδή πριν ξεκινήσει η κρίση, το 2008.
Τι κάνατε εσείς, λοιπόν; Είχατε καλύτερα μεγέθη; Εσείς που είσαστε ειδικοί και που, εν πάση περιπτώσει, οι επιχειρηματίες και οι επενδυτές περιμένουν εσάς για να κάνετε τη μεγάλη τομή στην ελληνική οικονομία, τι νούμερα είχατε; Είχατε μικρότερα νούμερα και μικρότερες αποδόσεις από τις δικές μας.
Πάμε παρακάτω. Τώρα που τελείωσε το αφήγημα του τετάρτου μνημονίου σας παρακολουθώ με ενδιαφέρον τι είναι αυτό με το οποίο προσπαθείτε να το αντικαταστήσετε, ότι ισχύει -δεν κάνετε λάθος, παρά το ότι δεν κόπηκαν οι συντάξεις, παρότι ο προϋπολογισμός αυτός έχει θετικά μέτρα πια και όχι αρνητικά- γιατί δήθεν η Ελλάδα είναι μία χώρα αποκλεισμένη από τις αγορές χρήματος, γιατί τα επιτόκια δανεισμού είναι, κατά την εκτίμησή σας, σε απαγορευτικά επίπεδα. Και να, λοιπόν, αυτή είναι η απόδειξη της δικής μας αποτυχίας.
Ας πούμε εδώ ορισμένα πράγματα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για να αποδομήσουμε έναν ακόμη μύθο της Αντιπολίτευσης και του κ. Μητσοτάκη, γιατί με μύθους αρέσκεται να τρέφεται το τελευταίο διάστημα. Για να δούμε, λοιπόν, πόσο αποκλεισμένη και πόσο απαγορευτική είναι η πρόσβαση στις αγορές για τη χώρα.
Πρώτον, η συμμετοχή ξένων επενδυτών στις εκδόσεις εντόκων γραμματίων, οι ημερήσιες συναλλαγές στη δευτερογενή αγορά και η απρόσμενα μεγάλη συμμετοχή των θεσμικών και των ιδιωτών επενδυτών στην ανταλλαγή των ομολόγων του PSI, που έλαβε χώρα πριν από λίγους μήνες, δείχνει κατά πόσο είμαστε αποκλεισμένοι ή όχι.
Δεύτερον, το ενδιαφέρον και η θετική διάθεση των επενδυτών για τις επικείμενες εκδόσεις ελληνικών τίτλων, όπως προκύπτει από τις συναντήσεις και τις συζητήσεις που έχει το οικονομικό επιτελείο και εγώ με ξένους επενδυτές στην Ελλάδα και κυρίως στο εξωτερικό.
Τρίτον -και ακούστε το λίγο αυτό-, το επιτόκιο της δεκαετίας -γιατί μόνο αυτό κοιτάτε και όχι τη συνολική καμπύλη των επιτοκίων- του δεκαετούς ομολόγου κυμαίνεται από την μέρα που βγήκαμε από το μνημόνιο, λίγο πάνω από το 4%, μεταξύ 4,1% και 4,35%. Αυτή περίπου είναι η διακύμανσή του. Άρα, γιατί είμαστε αποκλεισμένοι από τις αγορές; Γιατί μας λέτε ότι αυτή η τιμή του δεκαετούς ομολόγου μας προσφέρει έναν ακριβό δανεισμό, ενώ εσείς όσο είχατε τη χώρα στην ασφάλεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είχατε εξασφαλίσει φθηνότερο δανεισμό. Αλήθεια; Μια Βουλευτής σας, μάλιστα -κάποτε ήταν στο Ποτάμι νομίζω, αλλά τώρα είναι σε εσάς- βγήκε από αυτό εδώ το Βήμα και είπε ότι τρώμε τα λεφτά από το «μασούρι» -έτσι το αποκάλεσε το buffer που εξασφαλίσαμε-, μέχρις ότου -το προεξόφλησε, δεν ξέρω αν εξέφρασε κάποιον μύχιο πόθο- ξανάρθει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να μας δανείσει.
Το επιχείρημα, λοιπόν, που αρνείστε να ακούσετε, διότι δεν σας συμφέρει, δεν έχει να κάνει με τα όσα είπατε ή δεν είπατε, κυρία μου, έχει να κάνει με την επιχειρηματολογία του αρχηγού σας, του νέου αρχηγού σας του κ. Μητσοτάκη, γιατί αλλάζετε αρχηγούς από ό,τι φαίνεται με μεγάλη ευκολία.
Είπε, λοιπόν, ο κ Μητσοτάκης ότι είναι πιο ακριβός ο δανεισμός μας τώρα και γι’ αυτό είναι αδύναμη, έχει αποκλειστεί η πρόσβαση της χώρας στις αγορές χρήματος. Τώρα είναι μεταξύ 4,1% και 4,35%, ενώ το ΔΝΤ, στο οποίο κάποιοι από σας θέλετε να γυρίσουμε πίσω στις αγκαλιές του, μας δάνειζε με 4,9%. Και να θυμίσω ότι το μέσο κουπόνι των ομολόγων του PSI ήταν στα 4,7% και των ομολόγων που διακρατεί το ευρωσύστημα περίπου στο 5%. Ή μήπως, για να πούμε και αυτό, πριν την κρίση και πριν μπούμε σε αυτόν τον κυκεώνα των μνημονίων και της ασφάλειας του χαμηλού δανεισμού, δανειζόμασταν φθηνότερα και τώρα έχουμε ακριβή τιμή στα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και, άρα, είμαστε εκτός αγορών;
Σας δείχνω, λοιπόν, την απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου από το 2005 έως και το 2018. Κοιτάχτε την, το 2005, το 2006, το 2007, το 2008, το 2009 πριν την κρίση, ήταν ακριβώς εκεί όπου βρίσκεται σήμερα λίγο πάνω από το 4%. Και τότε δανειζόμασταν και δεν ήμασταν εκτός αγορών. Ήταν κατά μέσο όρο την περίοδο εκείνη, είχε φτάσει μάλιστα αν συμπεριλάβουμε και τη χρονιά πριν μπούμε στο μνημόνιο που άρχισαν να τσιμπάνε, κατά μέσο όρο 4,8%.
Ορίστε, λοιπόν, να ‘τος και ο άλλος μύθος ότι είμαστε αποκλεισμένοι από τις αγορές, ενώ το κόστος των υποχρεώσεων μας, που πρέπει να αντικαταστήσουμε την επόμενη χρονιά, είναι από 4,5% έως 5%. Τώρα είμαστε αποκλεισμένοι με ομόλογο στο 4,35%. Πόθεν προκύπτει, λοιπόν, αυτή η απαγορευτική έξοδος στις αγορές, ότι δεν βγήκαμε στις αγορές, και αυτό είναι δείγμα της αποτυχίας μας;
Δείτε και τα ποιοτικά στοιχεία. Το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού βρίσκεται στο 1,73%, η μεσοσταθμική διάρκεια στα δεκαοκτώμισι έτη, ενώ οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης είναι από τις χαμηλότερες σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην έκθεση δε βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από τους θεσμούς, την τελευταία, τονιζόταν ότι, για να είναι βιώσιμη η χρηματοδότηση, πρέπει το κόστος της αναχρηματοδότησης να είναι κάτω από 5% στο πενταετές ομόλογο, όχι στο δεκαετές. Ξέρετε πόσο είναι σήμερα το πενταετές ομόλογο; Στο 3,45%.
Όταν εσείς επιχειρήσατε έξοδο και την πιλοτική, όπως είχατε πει και την παρουσιάσατε ως επιτυχημένη, ήταν με 5% κοντά. Πώς είναι, λοιπόν, αποκλεισμένη η Ελλάδα από τις αγορές; Γιατί δημιουργείτε διαρκώς μύθους, προκειμένου να δημιουργείτε ψευδή εικόνα στον ελληνικό λαό, αλλά ταυτόχρονα να δυσφημείτε και την πορεία της χώρας και της ελληνικής οικονομίας στο εξωτερικό.
Το buffer στο οποίο αναφερθήκατε, το «μαξιλάρι», το «μασούρι», όπως θέλετε πείτε το, έχει δημιουργηθεί με ένα κεφαλαιακό απόθεμα που ξεπερνάει τα 26 δισεκατομμύρια ευρώ σε συμφωνία με τους θεσμούς, απέναντι στην ιδέα, την οποίαν δεν ξέρω αν εκφράσατε ποτέ επίσημα, κύριε Μητσοτάκη -φλερτάρατε και εσείς και πολλοί από την παράταξή σας έχουν μιλήσει για αυτή την ιδέα, είναι σίγουρα, όμως, του κεντρικού τραπεζίτη, εγώ αυτό γνωρίζω-, να πηγαίναμε σε πιστοληπτική γραμμή, προληπτική. Τι σήμαινε, όμως, προληπτική πιστοληπτική γραμμή και γιατί το κρύβουμε αυτό από τον ελληνικό λαό; Νέο MOU, νέο μνημόνιο. Αυτό σήμαινε.
Να, λοιπόν, τι καταφέραμε εμείς. Καταφέραμε να βγάλουμε τη χώρα καθαρά, καταφέραμε να έχουμε μία πρόσβαση και δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές, όπως είχαμε και πριν από τα μνημόνια. Βεβαίως, θα πέσει ακόμα περισσότερο, όταν η διεθνής συγκυρία, και αναφέρομαι και στην Ιταλία αλλά και στις αναδυόμενες αγορές, διαμορφώσουν τους όρους εκείνους που αποκλιμακωθεί η τιμή του ιταλικού ομολόγου και των άλλων ομολόγων. Και το buffer αυτό δεν το έχουμε για να το δαπανήσουμε, αλλά ακριβώς για να έχουμε την πολυτέλεια να κρίνουμε εμείς πότε θα βγούμε με τους καλύτερους όρους στις αγορές.
Και να είστε βέβαιος, κύριε Μητσοτάκη, δεν θα κινηθούμε, όπως εσείς, με επικοινωνιακούς όρους, ούτε να νομίζετε ότι μας πιέζετε σε αυτό το ζήτημα. Θα κινηθούμε κατ’ όπως ορίζει το δημόσιο συμφέρον και όχι κατ’ όπως ορίζει η δική σας ανάγκη για επικοινωνία και κινήσεις εντυπωσιασμού και θα βγούμε στις αγορές ξανά όπως πρέπει με πολύ καλό επιτόκιο.
Πάει και ο δεύτερος μύθος.
Πάμε σε ένα άλλο, αγαπημένο σας και αυτό θέμα, τις ακραίες επιβαρύνσεις στη φορολογία και στο ασφαλιστικό. Κοιτάξτε, για να είμαι ειλικρινής, οι ακραίες επιβαρύνσεις είναι ένα πράγμα, αλλά το για ποιους είναι ακραίες επιβαρύνσεις είναι ένα δεύτερο πράγμα.
Τώρα, λοιπόν, με την ευκαιρία θέλω να ευχαριστήσω και εσάς, αλλά και την εφημερίδα «Καθημερινή», η οποία την προηγούμενη εβδομάδα είχε πρωτοσέλιδο ένα έγκυρο δημοσίευμα, το οποίο αναφέρατε και εσείς, που έλεγε ότι με το νέο πλαίσιο στον φόρο εισοδήματος, το 19% των φυσικών προσώπων πληρώνει περίπου το 90% του συνολικού ποσού.
Προσέξτε, όμως, αν αντιστρέψουμε την εικόνα και τα νούμερα, αν αντιστρέψουμε την οπτική μας, με βάση τα απλά μαθηματικά, τι σημαίνει αυτό; Ότι το 81% των φυσικών προσώπων πληρώνει μόνον το 10% της συνολικής επιβάρυνσης. Αντιστοίχως, εσείς σήμερα μιλήσατε και για την επιβάρυνση στον ΕΝΦΙΑ, ότι το 33% πληρώνει το 66%. Άρα, αν το πάρουμε αντίστροφα, σημαίνει ότι η μεγάλη πλειοψηφία, το 66% πληρώνει το 33%.
Να, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιατί στην Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αναπτυχθεί και δεν θα αναπτυχθεί κίνημα αντίστοιχο των «κίτρινων γιλέκων» της Γαλλίας. Γιατί εμείς δεν καταφέραμε απλά να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια, αλλά καταφέραμε να τη βγάλουμε από τα μνημόνια, μοιράζοντας τα βάρη –ναι, τα βάρη-, αλλά δίκαια, με δικαιοσύνη. Οι έχοντες επιβαρύνθηκαν περισσότερο. Η μεγάλη πλειοψηφία ελαφρύνθηκε. Και τώρα βεβαίως έχουμε άλλη μία δύσκολη δουλειά να κάνουμε, να μοιράσουμε δίκαια τα οφέλη.
Αντιθέτως, εσείς, κύριε Μητσοτάκη, μιλάτε πάντα και σχεδιάζετε πολιτική εξ ονόματος μιας μικρής μερίδας εχόντων σε αυτό τον τόπο, οι όντως επιβαρύνονται περισσότερο, αλλά με προφανή στόχο να ελαφρύνονται τα βάρη της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ανάγετε, λοιπόν, σε γενικό συμφέρον, το συμφέρον των πολύ υψηλών, των ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων. Αυτή είναι η ιδεολογία σας, αυτό είναι το πολιτικό σας σχέδιο. Η ευημερία των από πάνω και η εξαθλίωση των υπολοίπων.
Σχετικά με το ασφαλιστικό, επιτρέψτε μου να τοποθετηθώ με δύο μόνο στοιχεία. Με το παλιό σύστημα, πριν έρθει ο «επαίσχυντος» νόμος Κατρούγκαλου -έτσι τον είπατε, «λαιμητόμος», και όλα αυτά τα πολύ ωραία κοσμητικά επίθετα- με το παλιό σύστημα, λοιπόν, μέχρι 200 ευρώ πλήρωναν τρεις στους δέκα ασφαλισμένους. Τώρα με το δικό μας ασφαλιστικό, μέχρι 200 ευρώ πληρώνουν εννέα στους δέκα ασφαλισμένους. Επομένως, ένας στους δέκα πράγματι επιβαρύνεται περισσότερο, αλλά εννέα στους δέκα πληρώνουν λιγότερα.
Αυτή, λοιπόν, είναι η διαφορά μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοί. Εμείς είμαστε με τους εννέα στους δέκα και εσείς είστε με τον έναν. Εμείς είμαστε με τους πολλούς και εσείς είστε με τους λίγους και τους εκλεκτούς. Αυτή είναι η διαφορά μας.
Εμείς, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχουμε όραμα και σχέδιο και απόλυτη προσήλωση και στήριξη στην κοινωνική πλειοψηφία.
Γι’ αυτό και στον Προϋπολογισμό του 2019 αποτυπώνεται αυτό το σχέδιο. Βγάζουμε τη χώρα από την κρίση με την κοινωνία όρθια και σχεδιάζουμε την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους που εσείς διαλύσατε, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας.
Στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και αλληλεγγύης η μη περικοπή των συντάξεων είναι γνωστή. Γίνεται γνωστό πλέον ότι έχουμε κι αύξηση των συντάξεων για εξακόσιες είκοσι χιλιάδες συμπολίτες μας.
Έχουμε τη στήριξη της κοινωνικής πρόνοιας και την αύξηση κατά 75% σε σχέση με τον προϋπολογισμό του 2018, των κονδυλίων για την πρόνοια και κατά 408% σε σχέση με τα κονδύλια του 2015.
Έχουμε τη διατήρηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης που απολαμβάνουν σήμερα εξακόσιες είκοσι χιλιάδες δικαιούχοι, ένα εισόδημα το οποίο άλλαξε την εικόνα και για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης μειώθηκε η ακραία φτώχεια και η παιδική φτώχεια. Αναφέρθηκε σε αυτό ο κ. Χουλιαράκης.
Έχουμε το επίδομα στέγης καθολικά για πρώτη φορά. Η εφαρμογή του προγράμματος θα γίνει με σχετικό νόμο που θα φέρουμε το 2019, και θα αφορά σε περισσότερες από τριακόσιες χιλιάδες οικογένειες. Έχουμε την αναβάθμιση του Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», όπου μετατρέπεται το τρέχον εργασιακό καθεστώς των εργαζομένων ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Ψηφίστηκε ήδη στη Βουλή η σχετική ρύθμιση για την προκήρυξη τριών χιλιάδων διακοσίων θέσεων μόνιμου προσωπικού.
Έχουμε τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και την επιδότηση των εισφορών για νέους ως είκοσι πέντε ετών που νομοθετήσαμε ήδη.
Έχουμε τη σαφή στήριξή μας προς τους νησιώτες, που μέχρι πρότινος ήταν απολύτως απομονωμένοι, με την καθολική εφαρμογή του μεταφορικού ισοδύναμου από τη νέα χρονιά. Ήταν ένα αίτημα δεκαετιών.
Και στον τομέα της Παιδείας, όμως, και της έρευνας έχουμε την πρόσληψη τεσσεράμισι χιλιάδων εκπαιδευτικών και εξειδικευμένου προσωπικού σε θέσεις προσωπικού στην Ειδική Αγωγή που τώρα καλύπτεται από συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Έχουμε την πρόσληψη δεκαπέντε χιλιάδων μόνιμων καθηγητών στην τριετία 2019-2021 χάρη στην εφαρμογή, για πρώτη φορά μετά τα μνημόνια, του κανόνα προσλήψεων «ένα προς ένα», που εμείς υιοθετήσαμε με αγώνα -και εσείς θέλετε να τον επαναφέρετε στο «ένα προς πέντε» σε ό,τι αφορά το σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης- εκεί όπου πραγματικά έχουμε τεράστια ανάγκη σε μόνιμο προσωπικό, δηλαδή στους καθηγητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Θα τα μάθετε αύριο κατά τη διάρκεια -και μετά- του Υπουργικού Συμβουλίου, όπου θα αποφασίσουμε -πάντα μέσα στο πλαίσιο του ΑΣΕΠ- για τις διαγωνιστικές διαδικασίες γι’ αυτές τις προσλήψεις.
Αλλά δεν είναι μόνο οι προσλήψεις. Είναι και η συνεχής αύξηση των δαπανών στην Παιδεία και την έρευνα από το 2015. Ειδικότερα για το 2019 προβλέπεται το ποσό των 5,5 δισεκατομμυρίων ευρώ στον Προϋπολογισμό, παρουσιάζοντας ενίσχυση κατά 4,2% σε σχέση με το 2018. Αν, όμως, υπολογίσουμε πόσο αυξάνουμε τις δαπάνες από το 2015 -από τον δικό σας προϋπολογισμό- στην Παιδεία, αυτές αυξάνονται από το 2015 ως το 2019 κατά 722 εκατομμύρια.
Τα ίδια κι ακόμα θετικότερα για την έρευνα. Οι συνολικές δαπάνες για έρευνα κι ανάπτυξη στη χώρα ακολουθούν αυξητική τάση. Από 0,83% του ΑΕΠ το 2014 έχουμε φτάσει στο 1,3%, πλησιάζοντας, με γοργούς ρυθμούς, στο 2% που είναι ο κοινοτικός μέσος όρος.
Παράλληλα, εντός των πρώτων μηνών του 2019 θα εκκινήσει μια νέα διαδικασία για τη διαχείριση μη ρυθμιζόμενων, συσσωρευμένων και ληξιπρόθεσμων χρεών του ιδιωτικού τομέα τόσο σε ό,τι αφορά χρέη προς το Δημόσιο όσο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Η νέα ρύθμιση θα αφορά περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, θα είναι ευέλικτη, χωρίς ιδιαίτερα γραφειοκρατικά βάρη και οι δόσεις θα μπορούν να φτάνουν ανά περίπτωση και ως τις εκατόν είκοσι.
Προχωράμε, επίσης, στην επέκταση και διόρθωση του εξωδικαστικού συμβιβασμού και το 2019, έχοντας ήδη προχωρήσει στην απλοποίηση της διαδικασίας, γεγονός που έχει επιταχύνει την επίλυση υποθέσεων, ενώ, ταυτόχρονα, μελετούμε και νέες προτάσεις για την περαιτέρω απλοποίηση της διαδικασίας.
Τέλος, σε ό,τι αφορά στην πρώτη κατοικία σχεδιάζουμε ένα νέο, μόνιμο πλαίσιο προστασίας και με τη συμβολή του κράτους μέσω του προϋπολογισμού. Σε αυτό το νέο πλαίσιο θα συμμετάσχουν τόσο το Δημόσιο όσο και οι τράπεζες, που θα ζητηθεί να συμμετάσχουν, αλλά και οι δανειολήπτες.
Η συμβολή του κράτους στις μηνιαίες αποπληρωμές των δανείων με την παροχή τυποποιημένων λύσεων και κινήτρων από τη μεριά των τραπεζών, θα επιφέρει, πιστεύουμε, την επίτευξη τριών ιδιαίτερα σημαντικών στόχων.
Πρώτον, τη διατήρηση του βασικού περιουσιακού στοιχείου για τα νοικοκυριά που είναι η πρώτη κατοικία -κι αυτό είναι το σημαντικότερο- δεύτερον, ταυτόχρονα τη σταδιακή μετατροπή των «κόκκινων» δανείων σε εξυπηρετούμενα, γεγονός που θα συμβάλει στην περαιτέρω εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών και την απελευθέρωση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση της οικονομίας και τρίτον, τη διατήρηση και την ενίσχυση του επιπέδου της κοινωνικής συνοχής, στοιχείου απαραίτητου για τη δίκαιη, βιώσιμη και μακροχρόνια ανάπτυξη της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, φτάνοντας, λοιπόν, στον πρώτο μεταμνημονιακό Προϋπολογισμό κι έχοντας περάσει αυτές τις μεγάλες δυσκολίες όλα αυτά τα χρόνια, γίνεται σαφές σε όλους μας ότι η Ελλάδα από την ασφυξία περνά στην ανασυγκρότηση. Η Ελλάδα αλλάζει εποχή. Και το όραμά μας είναι σαφές για τη δυναμική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και την αποφυγή κινδύνων που αντιμετωπίζει πιθανώς. Τους βλέπουμε τους κινδύνους μπροστά μας -έχουμε μια ασταθή παγκόσμια οικονομία- κινδύνους που αντιμετώπισε η Ελλάδα το 2009-2010 και μπήκε σ’ αυτή την περιπέτεια.
Προχωράμε μπροστά με την αύξηση των μισθών τόσο του κατώτατου όσο και συνολικά, διότι για μας η αύξηση των μισθών είναι εργαλείο για την ανάπτυξη, είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη, όχι συνεπακόλουθο της ανάπτυξης, όπως κάποιοι λένε εδώ μέσα. Και, βεβαίως, αυτό σημαίνει αύξηση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών άρα και της κατανάλωσης.
Προχωράμε με τη στήριξη και την αναβάθμιση, όπως σας είπα, του κοινωνικού κράτους της Παιδείας, της αλληλεγγύης, τις μεγάλες θεσμικές τομές με τη συνταγματική αναθεώρηση, τον εξορθολογισμό των σχέσεων κράτους-Εκκλησίας αμέσως μετά, το 2019, τη νέα αναβαθμισμένη θέση της Ελλάδας στον κόσμο και τη γειτονιά της πρώτα απ’ όλα.
Αυτοί είναι οι άξονες του σχεδίου μας για την Ελλάδα της μεταμνημονιακής εποχής για την Ελλάδα της επόμενης μέρας σε μια Ευρώπη που σήμερα βρίσκεται ανάμεσα σε δυο ιστορικά ενδεχόμενα: Ή θα συναφθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο στη βάση της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αλληλεγγύης ή θα βαθύνουν ανεπίστρεπτα οι ανισότητες, θα κερδίσει κι άλλο έδαφος ο ρατσισμός και θα τροφοδοτηθούν κι άλλο οι κοινωνικές εκρήξεις.
Από τη μια έχουμε το παράδειγμα της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας σήμερα με την αύξηση των μισθών, την προστασία της εργασίας, τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, τη διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών και από την άλλη έχουμε κι άλλα μοντέλα τα οποία τα βλέπουμε από ακροδεξιούς που έρχονται στην εξουσία, που δεν ξέω αν τους θαυμάζετε κι εσείς, κύριε Μητσοτάκη.
Να σας πω κάτι, όμως; Όλοι αυτοί -και ο Σαλβίνι και ο Όρμπαν και ο Κουρτς- είχαν ένα αφήγημα, το οποίο, πέραν της εύκολης λαϊκίστικης προσέγγισης ότι για όλα φταίνε οι ξένοι, βασιζόταν σε έναν δήθεν αντισυστημισμό. Αναρωτιέμαι πόσο μπορείτε εσείς να στηριχθείτε σε ένα τέτοιο αφήγημα, που είστε ο πιο γνήσιος εκπρόσωπος του πολιτικού συστήματος στη χώρα, του συστήματος αυτού που μας οδήγησε στα βράχια και τη χρεοκοπία.
Όμως θα ήθελα να σας πω κάτι κλείνοντας. Εσείς λέτε ότι πρέπει να ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτά που πιστεύει, όπως παρατήρησα αρχικά. Εμείς δεν θέλουμε να ηττηθείτε εσείς γι’ αυτά που πιστεύετε. Όχι γιατί εκ φύσεως είμαστε αντίθετοι σε μια δυσανεξία σε διαφορετικές ιδέες και απόψεις, αλλά κυρίως γιατί εμείς θέλουμε να ηττηθείτε γι’ αυτά που κάνατε στον τόπο τα προηγούμενα χρόνια και γι’ αυτά που ξέρουμε, είμαστε σίγουρα, ότι θα κάνετε αν επιστρέψετε. Όχι για τις ιδέες σας.
Εμείς λέμε ότι πρέπει να ηττηθείτε ξανά, γιατί αν δεν ηττηθείτε θα καταστρέψετε εκ νέου το κοινωνικό κράτος, θα επιστρέψουμε εκ νέου στην εποχή του 5ευρου στα νοσοκομεία και στην εποχή που οι ανασφάλιστοι δεν είχαν δικαίωμα πρόσβασης στην Υγεία.
Θα συρρικνώσετε ξανά τους μισθούς. Θα επαναφέρετε ξανά την απορρύθμιση στην αγορά εργασίας και θα συσσωρεύσετε ξανά νέα ελλείμματα και χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία. Θα επαναφέρετε ξανά το καθεστώς της φορο-ασυλίας του μεγάλου πλούτου. Θα εφαρμόσετε -το έχετε διακηρύξει- ένα ασφαλιστικό τύπου Πινοσέτ και νέες περικοπές στις συντάξεις. Θα διατηρήσετε το καθεστώς ασυλίας για Υπουργούς που ελέγχονται για πράξεις ενάντια στο δημόσιο συμφέρον.
Θα κάνετε ξανά -και αυτό είναι το χειρότερο- την Ελλάδα μια χώρα περίκλειστη, φοβική και κομπάρσο των διεθνών εξελίξεων, διότι, όπως λέτε, δεν θέλετε να είναι ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια. Θέλετε τη Βόρειο Ελλάδα να έχει την πλάτη στις γειτονικές χώρες και θέλετε να έχετε μια διαφορετική γραμμή από αυτή που μας έκανε περήφανους στην Ευρώπη, από αυτή που είχαμε στο προσφυγικό. Θέλετε να σπείρετε το μίσος και τον διχασμό. Γι’ αυτό εμείς λέμε ότι πρέπει να ηττηθείτε, όχι για τις ιδέες σας.
Και να ξέρετε, κύριε Μητσοτάκη, ότι αυτός που σε τελική ανάλυση θα μας κρίνει και αυτός που δεν θα αφήσει να συμβεί αυτό το πισωγύρισμα στον τόπο, αυτή η παλινόρθωση, είναι ο ελληνικός λαός, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες που βλέπουν ότι παίρνουν ξανά το μέλλον στα δικά τους χέρια, ότι η χώρα αποκτά ξανά αυτοπεποίθηση και όραμα, γίνεται πιο δίκαιη, πιο σύγχρονη, πιο δημοκρατική, πιο κοινωνική. Το 2019 πιστεύουμε ότι ξημερώνει για αυτή την Ελλάδα ως το πρώτο έτος της σύγχρονης αναγέννησής της.
Θέλω, λοιπόν -και το λέω με ειλικρίνεια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Πλειοψηφίας- ακούγοντας και όσα είπε ο Ευκλείδης, κλείνοντας την ομιλία του, να σας πω το εξής: Περάσαμε από σαράντα κύματα και μείναμε όρθιοι. Θέλω να ευχαριστήσω προσωπικά τον καθένα και την καθεμιά από τους Βουλευτές της κυβερνητικής Πλειοψηφίας γιατί από δω και στο εξής τα πράγματα είναι πιο εύκολα για σας, αλλά αυτό που περάσατε αυτά τα τρεισήμισι χρόνια ήταν πράγματι μία «Οδύσσεια».
Και θέλω να σας καλέσω να ψηφίσετε τον πρώτο μεταμνημονιακό Προϋπολογισμό της χώρας, τον πρώτο Προϋπολογισμό δημοσιονομικής επέκτασης μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια λιτότητας, τον πρώτο δικό μας, δικό σας Προϋπολογισμό, τον πρώτο Προϋπολογισμό μιας Ελλάδας ελεύθερης ξανά, ανασυγκροτημένης, αισιόδοξης και πάνω από όλα μιας Ελλάδας πιο δίκαιης, η οποία θα προχωρήσει μπροστά.
Το χρωστάμε στις επόμενες γενιές, το χρωστάμε στους πολίτες που χάρη στις δικές τους θυσίες βγήκαμε από τα μνημόνια και από την κρίση. Θα ολοκληρώσουμε το έργο μας και θα έχουμε μπροστά μας τη δυνατότητα νέας εντολής από τον ελληνικό λαό, για να πάμε ακόμα πιο μπροστά την Ελλάδα και να στηρίξουμε ακόμα περισσότερο τις δυνάμεις της κοινωνίας, πάνω στις οποίες βασιστήκαμε όλα αυτά τα χρόνια. »