Ανοιχτή επιστολή προς τους Έλληνες βουλευτές έστειλε ο Μίκης Θεοδωράκης το Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019 ημέρα κατάθεσης από την κυβέρνηση σχεδίου νόμου στην Βουλή για την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών.
«Σήμερα απευθύνομαι όχι μόνο σ’ εκείνους που θα διαδηλώσουν αύριο ξανά στο Σύνταγμα, αλλά κυρίως, σε όσους θα βρίσκονται μέσα στο κτίριο της Βουλής και θα πάρουν μια απόφαση που αφορά το μέλλον της Ελλάδας. Απευθύνω έκκληση προς όλους τους Βουλευτές: μην προχωρήσετε σ’ αυτό το έγκλημα εις βάρος της Ελλάδας. Η ζημιά που θα προκαλέσετε στον τόπο μας θα είναι ανεπανόρθωτη. Αλλά και η κρίση της Ιστορίας και του ελληνικού λαού, θα είναι αμείλικτη.» αναφέρει στην επιστολή του.
Επίσης τονίζει «Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από τότε που εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όλων των πολιτικών πεποιθήσεων, ενώθηκαν στο Σύνταγμα απαιτώντας να μην προχωρήσουν οι εθνικές παραχωρήσεις εις βάρος της Ελλάδας στο Μακεδονικό. Τότε, μίλησα σε εκείνους, όπως και σε όλους τους Έλληνες για τους μεγάλους κινδύνους που κρύβει για την πατρίδα μας αυτή η αναίτια υποχώρηση. Η κυβέρνηση αγνόησε και τους κινδύνους και τον ελληνικό λαό και, χωρίς καμία λογική, αποφάσισε να προχωρήσει, με κάθε κόστος. Για ένα θέμα στο οποίο δεν έχουμε κανένα απολύτως λόγο να κάνουμε πίσω, ένα θέμα που δεν χρειάζεται να «λυθεί» γιατί για την Ελλάδα είναι λυμένο. Για να μας επιβληθεί μία συμφωνία που μόνο δεινά επιφυλάσσει για τη χώρα μας αλλά και για τα Βαλκάνια στο σύνολό τους. Και μάλιστα, την ώρα που τα ίδια τα Σκόπια δεν έχουν από τότε μέχρι σήμερα σταματήσει επισήμως να μιλούν για «μακεδονικό» έθνος, «μακεδονική» γλώσσα και «μακεδονική» ταυτότητα, παραβιάζοντας καθημερινά ακόμα και αυτή την ίδια τη Συμφωνία των Πρεσπών. ΟΛΟΙ. Από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τους και την αντιπολίτευση μέχρι τον «καλών προθέσεων» πρωθυπουργό τους και τον υπουργό εξωτερικών τους που τον ακούσαμε και προχθές ακόμα στην επίσημη επίσκεψή του στην Τουρκία.
Σας θυμίζω την επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά τη λήξη του Συμβουλίου των τότε πολιτικών αρχηγών που συνεδρίασαν στις 13.4.1992 παρουσία του τότε προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή:
«Η πολιτική ηγεσία της χώρας» [σσ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Ανδρέας Παπανδρέου, Μαρία Δαμανάκη (Συνασπισμός), Αλέκα Παπαρήγα], «με εξαίρεση το ΚΚΕ, συμφώνησε ότι η Ελλάδα θα αναγνωρίσει το ανεξάρτητο κράτος των Σκοπίων μόνο εάν τηρηθούν και οι τρεις όροι που έθεσε η ΕΟΚ στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, με την αυτονόητη διευκρίνιση ότι στο όνομα του κράτους αυτού δεν θα υπάρχει η λέξη Μακεδονία .»
ΚΑΘΟΛΟΥ. Με κανένα γεωγραφικό ή άλλο προσδιορισμό.
Η τυχόν απομάκρυνση από εκείνη την απόφαση πολιτικών ιστορικού διαμετρήματος που εκπροσωπούσαν σχεδόν ολόκληρο τον πολιτικό χώρο είναι πράξη ιστορικά απαράδεκτη, στα όρια της εθνικής μειοδοσίας και θα έχει ολέθρια αποτελέσματα για το μέλλον της χώρας μας.
Τα Σκόπια με όχημα το όνομα «Μακεδονία» και παραμορφώνοντας τα ιστορικά γεγονότα σε βαθμό γελοιότητας, επιδιώκουν στην πραγματικότητα την επέκταση των συνόρων τους εις βάρος των δικών μας για τη δημιουργία της λεγόμενης «Μακεδονίας του Αιγαίου».
Είναι ανάγκη να αντιταχθούμε σ’ αυτή την παραχάραξη της ιστορίας και να επαγρυπνούμε για την διαφύλαξη της εθνικής μας ακεραιότητας, που κινδυνεύει από τις διεθνείς δυνάμεις που στοχεύουν ανοιχτά στη σαλαμοποίηση της περιοχής των Βαλκανίων. Η περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας είναι νωπή. Το επόμενο θύμα θα είναι η χώρα μας.
Αν τα Σκόπια γίνουν μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης με την ψήφο τη δική μας, ώστε να μπορούν αύριο-μεθαύριο να μας απειλούν από ισχυρότερη θέση, τότε θα είμαστε άξιοι της Μοίρας μας.
Επειδή είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η Μακεδονία ήταν και είναι Ελληνική, δεν πρέπει να τους αναγνωρίσουμε ποτέ με το όνομα αυτό, αφού γνωρίζουμε ότι μόνον εμείς μπορούμε να τους δώσουμε την ιστορική νομιμοποίηση. Δεν έχει σημασία αν υπάρχουν χώρες που αναγνώρισαν τα Σκόπια με το όνομα «Μακεδονία» παραβλέποντας ότι έτσι γελοιοποιούνται μπροστά στην ιστορία.
Θυμηθείτε το παράδειγμα της Δυτικής Γερμανίας, που δεν αναγνώρισε ως το τέλος την Ανατολική Γερμανία παρά το ότι δεκάδες χώρες είχαν συνάψει μαζί της διπλωματικές σχέσεις, θεωρώντας πως δεν μπορεί η αποδοχή από τους άλλους να παραχαράξει τελεσίδικα την ιστορία χωρίς τη δική τους νομιμοποίηση.
Βεβαίως πρέπει να συνεχίσουμε να στηρίζουμε την ειρηνική συνύπαρξη με το κράτος των Σκοπίων. Όμως, όσο εκφράζουν με κάθε τρόπο αλυτρωτικές τάσεις και διεκδικούν την ιστορική μας ταυτότητα προχωρώντας σε «παραχωρήσεις» που θα μπορούσαν να απευθύνονται μόνο σε λαό ηλιθίων και γονατισμένων και παραβιάζοντας προκλητικότατα (άρα ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΣ) και την ίδια την συμφωνία των Πρεσπών που υπέγραψαν, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να έχουν την ψήφο μας για την ένταξή τους στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ.
Το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων δεν είναι ένα όποιο θέμα που αύριο μπορεί πανεύκολα να ρυθμιστεί διαφορετικά. Η ψήφος του ελληνικού λαού δεν έδωσε σε κανένα εν λευκώ εξουσιοδότηση για χειρισμό του θέματος αυτού κατά το δοκούν. Καμιά κυβέρνηση (ακόμα κι αν ήταν κυβέρνηση πλειοψηφίας) δεν μπορεί να πάρει τόσο σοβαρές για την χώρα αποφάσεις. Γι’ αυτό η μόνη συνετή απόφαση από πλευράς της σημερινής κυβέρνησης είναι να καταφύγει στην κρίση του Κυρίαρχου Ελληνικού Λαού με τη διενέργεια Δημοψηφίσματος.
Αθήνα, 19.1.2019
Μίκης Θεοδωράκης»