Μείωση
τραπεζοϋπαλλήλων και τραπεζικών καταστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) καταγράφεται
στα προκαταρκτικά αποτελέσματα των Διαρθρωτικών χρηματοοικονομικών
δεικτών της ΕΕ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Ειδικότερα η μείωση του αριθμού των
τραπεζικών καταστημάτων συνεχίστηκε στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, κατά μέσο
όρο κατά 7,5%.
Επίσης ο αριθμός των υπαλλήλων της τράπεζας μειώθηκε, κατά μέσο όρο κατά 2,3%.
Ο βαθμός συγκέντρωσης του τραπεζικού τομέα διαφέρει πολύ στις εθνικές αγορές,
με το μερίδιο των περιουσιακών στοιχείων των πέντε μεγαλύτερων τραπεζών σε
εθνικό επίπεδο να κυμαίνεται από 26% έως 97%.
Η ΕΚΤ ενημέρωσε το σύνολο των δομικών χρηματοοικονομικών δεικτών για τον
τραπεζικό τομέα στην ΕΕ με προκαταρκτικά αποτελέσματα για το τέλος του 2018.
Αυτό το ετήσιο σύνολο δεδομένων περιλαμβάνει στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον
αριθμό των υποκαταστημάτων και υπαλλήλων της ΕΕ τα στοιχεία σχετικά με τον
βαθμό συγκέντρωσης του τραπεζικού τομέα σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ και
στοιχεία για τα ιδρύματα ελεγχόμενων από το εξωτερικό στις εθνικές τραπεζικές
αγορές της ΕΕ. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα είναι γενικά διαθέσιμα και για τις
28 χώρες της ΕΕ. Ωστόσο, λίγοι δείκτες είναι διαθέσιμοι μόνο για 27 από τις 28
χώρες της ΕΕ.
Οι διαρθρωτικοί χρηματοοικονομικοί δείκτες δείχνουν, για παράδειγμα, ότι σε 25
από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ που καλύπτονται από τα ήδη διαθέσιμα στοιχεία, ο
αριθμός των καταστημάτων των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων συνέχισε να
μειώνεται, κατά μέσο όρο για τα 27 συνολικά κατά 7,5 %.
Ο αριθμός των εργαζομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων στην ΕΕ μειώθηκε επίσης σε
18 από τις 28 χώρες της ΕΕ, με μέση μείωση 2,3% μεταξύ των χωρών. Η μείωση του
αριθμού των εργαζομένων στις τράπεζες είναι μια τάση που παρατηρείται στην πλειοψηφία
των χωρών από το 2008.
Τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι ο βαθμός συγκέντρωσης στον τραπεζικό τομέα
(μετρούμενος με το μερίδιο των περιουσιακών στοιχείων των πέντε μεγαλύτερων
τραπεζών) διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Το μερίδιο του συνόλου
των περιουσιακών στοιχείων των πέντε μεγαλύτερων πιστωτικών ιδρυμάτων, σε
εθνικό επίπεδο, κυμαίνεται από 26% έως 97% στο τέλος του 2018.
