Για αντιρωσική πληροφοριακή
εκστρατεία κατηγόρησε Ανώτατους Αξιωματούχους στην Ελλάδα, η Επίσημη Εκπρόσωπος
του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας Μαρία Ζαχάροβα. Άμεση ήταν
και η απάντηση από το Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Συγκεκριμένα σε σχόλιο της Μαρία
Ζαχάροβα αναφέρει:
«Δώσαμε προσοχή στην άνευ
προηγουμένου εκστρατεία που εξαπολύθηκε στην Ελλάδα για την δυσφήμιση της
πολιτικής της Ρωσίας. Ανώτατοι αξιωματούχοι της Αθήνας επιτρέπουν στον εαυτό
τους να διατυπώνουν χονδροειδείς κατηγορίες κατά της χώρας μας και της ηγεσίας
της, κυριολεκτικά συναγωνίζονται τους ομοϊδεάτες τους σε αυτό. Υποκριτικά
μιλούν για «απρόκλητη επίθεση» εναντίον της Ουκρανίας, για πρώτη φορά από τον
Β’ Παγκόσμιο πόλεμο «μαζική εισβολή» κ.α.
Να υπενθυμίσουμε ότι με
προσπάθειες, πρώτα απ’ όλα, των ΗΠΑ και των δορυφόρων τους, οι πόλεμοι και οι
συγκρούσεις ταρακουνούν τον κόσμο όλες τις τελευταίες δεκαετίες – οι νατοϊκοί
βομβαρδισμοί της Γιουγκοσλαβίας το 1999, οι επιχειρήσεις στο Ιράκ, τη Συρία, τη
Λιβύη, το Αφγανιστάν. Κανείς δεν έχει αναλάβει τις ευθύνες του για τις
τεράστιες θυσίες και τα βάσανα των λαών αυτών των χωρών.
Σήμερα, τα εγκλήματα του
καθεστώτος του Κιέβου, που ανέβηκε στην εξουσία ως αποτέλεσμα του αιματηρού
πραξικοπήματος του 2014, παραμένουν στη σκιά του νέου κύματος των αντιρωσικών
παρατραβηγμένων επικρίσεων. Αποσιωπάται το γεγονός ότι η Κριμαία και η
Σεβαστούπολη πλήρωσαν για την ελεύθερη επανένωσή τους με τη Ρωσία με τον
ολοκληρωτικό αποκλεισμό και τις δυτικές κυρώσεις. Στο πολιορκημένο Ντονμπάς, ως
αποτέλεσμα των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Ουκρανών νεοναζί, τα τελευταία
οκτώ χρόνια έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 14 χιλιάδες άμαχοι, ενώ στους
Ρώσους τους προτάθηκε να εγκαταλείψουν το έδαφος της Ουκρανίας. Και το τι
σημαίνουν οι καθημερινοί πυροβολισμοί μπορούν να εξηγήσουν, μεταξύ άλλων, οι
Έλληνες ομογενείς οι οποίοι κατοικούν στα εδάφη της Λαϊκής Δημοκρατίας του
Λουγκάνσκ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προτίμησε να
παρακολουθεί σιωπηλά την εξόντωση του άμαχου πληθυσμού του Ντονμπάς, έγινε
συνεργός στην πολυετή γενοκτονία των κατοίκων της νοτιοανατολικής Ουκρανίας.
Τώρα η Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, έχει εγγραφεί εντελώς στις
τάξεις των συνηγόρων του καθεστώτος του Κιέβου, ενώ η ρωσοφοβική υστερία που
καλλιεργείται από τις Αρχές έχει φτάσει σε σημείο βρασμού. Σε αυτή τη βάση
λαμβάνονται βαθύτατα εσφαλμένες, εγκληματικές αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένης
της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Στο τέλος, τα όπλα θα στραφούν και εναντίον
των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων, τους οποίους τα ουκρανικά
εθνικιστικά τάγματα χρησιμοποιούν ως ανθρώπινη ασπίδα και οι οποίοι έχουν ήδη
πέσει θύματα αυτής της απάνθρωπης τακτικής.
Στο όνομα των συλλογικών δυτικών
σχεδιασμών – να κάνουν κακό στη Ρωσία με κάθε κόστος – θυσιάστηκε η κοινή
λογική. Οι διμερείς δεσμοί καταστρέφονται σκοπίμως, και οι ρωσοελληνικές
σχέσεις, δυστυχώς, δεν αποτελούν εξαίρεση. Η Αθήνα υποστηρίζει ενεργά το
καθεστώς κυρώσεων της ΕΕ. Μας αποδίδουν δήθεν «ενεργειακό εκβιασμό»,
διακηρύσσουν ως στόχο την τάχιστη απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, οι
αδιάκοπες προμήθειες του οποίου επί δεκαετίες αποτελούν σταθεροποιητικό
παράγοντα για τον εθνικό ενεργειακό τομέα. Με τη συλλογική ντιρεκτίβα των
Βρυξελλών, ο ελληνικός ουρανός έκλεισε για τις ρωσικές αεροπορικές εταιρείες.
Δόθηκε η διαταγή για αναστολή της κάθε συνεργασίας στον τομέα του πολιτισμού,
για την διακοπή των Κοινών Αφιερωματικών Ετών. Ακούγονται εκκλήσεις για πλήρη
παύση κάθε συνεργασίας. Ουσιαστικά, για χάρη των ασαφών και αμφίβολων στόχων, η
ηγεσία της Ελλάδας είναι έτοιμη να μηδενίσει την ίδια την κοινή μας ιστορική
κληρονομιά, που μόλις χθες η ίδια χαρακτήριζε ως φυσικό της πλεονέκτημα στη
συνεργασία με τη Ρωσία.
Ο χρόνος θα τα βάλει όλα στη
θέση τους, θα δείξει ποιος είχε δίκιο και ποιος – την κρίσιμη στιγμή – έδειξε
έλλειψη διορατικότητας, έκανε λάθος επιλογή. Πιστεύουμε, ότι οι αιώνιοι δεσμοί
που συνδέουν τους λαούς της Ρωσίας και της Ελλάδας θα αντέξουν και σ’ αυτές τις
δοκιμασίες.»
Άμεση
ήταν η απάντηση από το Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Ειδικότερα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Αλέξανδρος Παπαϊωάννου,
επεσήμανε:
«Η Ελληνική Εξωτερική πολιτική είναι πολιτική αρχών και βασίζεται διαχρονικά
στον πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ελλάδα συναποφασίζει και
δεσμεύεται από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στους Διεθνείς Οργανισμούς στους
οποίους μετέχει, όπως, μεταξύ άλλων, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
Βασικό μέλημα της χώρας μας
είναι η προβολή της αλήθειας, στη βάση επιβεβαιωμένων και αδιάψευστων
στοιχείων.
Είναι καταδικαστέα κάθε
προσπάθεια, από όπου και εάν προέρχεται, προβολής ψευδών ειδήσεων και
παραπληροφόρησης, η οποία αποσκοπεί στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης.
Οι πρόσφατες δηλώσεις της
εκπροσώπου του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, καθώς και οι αναρτήσεις της
ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα είναι δυστυχώς απαράδεκτες.
Δεν συνάδουν με την διπλωματική πρακτική, καθώς και με τους ιστορικούς δεσμούς
που ενώνουν τους λαούς της Ελλάδας και της Ρωσίας.
Η Ελλάδα θα ευχόταν να
διατηρηθούν οι ιστορικές σχέσεις και η συμπεριφορά της Ρωσίας να κινείτο προς
αυτή την κατεύθυνση».
Άμεση
ήταν η απάντηση από το Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Ειδικότερα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Αλέξανδρος Παπαϊωάννου,
επεσήμανε:
«Η Ελληνική Εξωτερική πολιτική είναι πολιτική αρχών και βασίζεται διαχρονικά
στον πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ελλάδα συναποφασίζει και
δεσμεύεται από τις αποφάσεις που λαμβάνονται στους Διεθνείς Οργανισμούς στους
οποίους μετέχει, όπως, μεταξύ άλλων, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
Βασικό μέλημα της χώρας μας
είναι η προβολή της αλήθειας, στη βάση επιβεβαιωμένων και αδιάψευστων
στοιχείων.
Είναι καταδικαστέα κάθε
προσπάθεια, από όπου και εάν προέρχεται, προβολής ψευδών ειδήσεων και
παραπληροφόρησης, η οποία αποσκοπεί στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης.
Οι πρόσφατες δηλώσεις της
εκπροσώπου του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, καθώς και οι αναρτήσεις της
ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα είναι δυστυχώς απαράδεκτες.
Δεν συνάδουν με την διπλωματική πρακτική, καθώς και με τους ιστορικούς δεσμούς
που ενώνουν τους λαούς της Ελλάδας και της Ρωσίας.
Η Ελλάδα θα ευχόταν να
διατηρηθούν οι ιστορικές σχέσεις και η συμπεριφορά της Ρωσίας να κινείτο προς
αυτή την κατεύθυνση».