Η Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέληξαν την Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018, σε προσωρινή συμφωνία σχετικά με τον αναθεωρημένο κανονισμό για τη σύσταση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER). Η συμφωνία πρέπει ακόμη να εγκριθεί από τα κράτη μέλη.
Ο κανονισμός ενημερώνει τον ρόλο και τη λειτουργία του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των καθηκόντων του διευθυντή και του διοικητικού συμβουλίου των ρυθμιστικών αρχών. Από τη δημιουργία του το 2011, ο ACER έχει ήδη διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας. Η αναπροσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου κατέστη αναγκαία προκειμένου να προσαρμοστεί η κανονιστική εποπτεία στις νέες πραγματικότητες μιας ολοένα και περισσότερο διασυνδεδεμένης ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας.
Ένα από τα βασικά στοιχεία της συμφωνίας αφορά τη ρυθμιστική εποπτεία των ευρωπαϊκών οντοτήτων, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ENTSO-E) και της οντότητας των φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων διανομής της ΕΕ (φορέας ΕΕ ΔΣΜ). Η ρυθμιστική εποπτεία διεξάγεται ήδη από κοινού από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τον ACER, αλλά οι νέες διατάξεις ενισχύουν τον υποστηρικτικό ρόλο που διαδραματίζει ο οργανισμός στον εντοπισμό των περιπτώσεων παραβίασης των υποχρεώσεων και της διαιτησίας σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των διαφόρων εθνικών ρυθμιστικών αρχών σχετικά με την ύπαρξη παραβίασης των υποχρεώσεων. Ωστόσο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξακολουθούν να είναι αποκλειστικά αρμόδιες για την επιβολή των αποφάσεων που απευθύνονται στις ευρωπαϊκές οντότητες. Η επιβολή της εποπτείας από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές διέπεται από την οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια, η οποία βρίσκεται ακόμη υπό διαπραγμάτευση μεταξύ των συννομοθετών.
Ο νέος κανονισμός επαναπροσδιορίζει επίσης την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ του διευθυντή της ACER και του συμβουλίου ρυθμιστικών αρχών. Κατά τη σύνταξη ορισμένων απόψεων, συστάσεων και αποφάσεων του οργανισμού, ο διευθυντής πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ενδεχόμενες γνώμες, σχόλια ή τροποποιήσεις του συμβουλίου των ρυθμιστικών αρχών ή να αιτιολογεί εάν δεν το πράξει. Εάν το συμβούλιο ρυθμιστικών αρχών δεν εγκρίνει το αναθεωρημένο κείμενο, ο διευθυντής μπορεί να το αναθεωρήσει περαιτέρω ή να το αποσύρει και να υποβάλει εκ νέου ένα νέο κείμενο.