Η Βιάννος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

[χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά και 22 δευτ.]

του Δημήτρη Γ. Χρηστάκη

(2ο μέρος )

Η κοινωνική αξία γίνεται
με την αξία χρήσης
επί την ανταλλακτική αξία.

Τα γεγονότα της δεκαετίας του 1940, κυοφορήθηκαν, ως γινόμενα γεγονότων των προηγούμενων δεκαετιών τόσο στην Βιάννο όσο και στον κόσμο όλο. Στο σημερινό και στα επόμενα άρθρα θα δούμε μια σειρά γεγονότων που επηρέασαν την επαρχία της Βιάννου και αποτελούν τροφή για σκέψη και συνείδηση του παρόντος μας στον κόσμο αυτό. Τα γεγονότα αυτά αποδεικνύονται γόνιμα ιστορικά γινόμενα και η λογική συνοχή της γονιμότητάς τους θα δείξει πώς μπορούμε να καταλάβουμε την εξέλιξη της πραγματικότητας που ζούμε και τον ρόλο μας σ΄ αυτήν.

Η κοινωνία των Βιαννιτών καθοριζόταν τότε από μια σφριγηλή αυτάρκη οικονομία με εξαγωγές βιοτεχνικών και αγροτικών προϊόντων, συνδεδεμένη οικονομικά και κοινωνικά με τον ζωντανό και δραστήριο Ελληνισμό στην Αίγυπτο, την Ηπειρωτική και νησιώτικη Ελλάδα, τη Μικρά Ασία και πολλές πόλεις της Ευρώπης. Οι Βιαννίτες ήταν άνθρωποι του εμπορίου, των γραμμάτων και, κυρίως, της δημιουργικής δουλειάς, παρήγαγαν αξίες χρηστικές και ανταλλακτικές, αξίες που στο σύνολό τους αναδείκνυαν την αξία της κοινωνίας αυτή την αρμονική σύνθεση αξιών χρήσης και ανταλλαγής. Απόδειξη αυτής της κοινωνικής αξιοσύνης των Βιαννιτών είναι το ενδιαφέρον τους για την ίδρυση σχολείων και την άρτια λειτουργία τους ακόμη και στην περίοδο του άγριου για τη Βιάννο Β’ ΠΠ πολέμου.

Τόσο η κοινωνική συνοχή, η βασισμένη στην τοπική οικονομία, όσο και η εθνική συνοχή η βασισμένη στη γλώσσα, στην πίστη και στις κοινές αρχές και ήθη, οδηγούσαν τους Βιαννίτες στην ενεργή συμμετοχή τους στην παραγωγή αξιών, στην ανταλλαγή τους και στην κοινωνία αυτών των αξιών. Οι μνήμες από τον καιρό του μεσοπολέμου στη Βιάννο είναι γεμάτες από ανθρώπους όλων των επαγγελμάτων οι οποίοι κατασκεύαζαν κι εμπορεύονταν κυριολεκτικά τα πάντα στον τόπο τους και στις γύρω αγορές στην Αφρική, την Ασία και την Ευρώπη. Αυτοί οι δημιουργοί, οι εργάτες, οι καλλιτέχνες, οι βοσκοί, οι αγρότες, οι δάσκαλοι οι έμποροι και οι κοινωνικοί ηγέτες γινόταν παραδείγματα για τους νέους και άνοιγαν τους δρόμους της κοινωνικής συνοχής και του δικαίου.

Είναι σημαντικό να δούμε πως η έννοια της κοινωνικής υπόστασης της αξίας, δεν συναντάται στις επιστήμες των τελευταίων τεσσάρων αιώνων. Ο γνωστός Αβδηρίτης, ο Αριστοτέλης, διέκρινε δύο μόνο υποστάσεις της αξίας, την ανταλλακτική και την χρηστική και συμπαρέσυρε και όλους τους επόμενους στοχαστές, φιλόσοφους και οικονομολόγους. Η αξία της δημιουργίας και η αξία της κοινωνίας των πραγμάτων απουσιάζουν από το σώμα των επιστημών που συνδέονται με την αποκαλούμενη ‘κλασική Ελληνική σκέψη’ και περιορίζεται σε αυτούς τους φίλους της σοφίας, τους άσχετους με την δημιουργία, την παραγωγή και την κοινωνία των αξιών αλλά πολύ σχετικούς με την ανταλλαγή, την χρήση και την κατανάλωση των αξιών.

Όσοι δημιουργούν, παράγουν και κοινωνούν αξίες αναπτύσσουν κοινωνική συνείδηση παραγόμενη από την  παιδεία τους και την συνεισφορά τους στην οικονομία ενώ όσοι μόνο καταναλώνουν, χρησιμοποιούν και ανταλλάσσουν αξίες δεν έχουν κοινωνική συνείδηση ούτε και τους χρειάζεται η παιδεία. Η ζωή απαιτεί για κάθε άνθρωπο την ικανότητα να συναρμόζει τις εξής δυο τριαδικότητες της υπόστασης της αξίας:

  • την δημιουργική επί την παραγωγική αξία που γεννά την κοινωνική αξία
  • την  ανταλλακτική επί την καταναλωτική αξία που γεννά την αξία χρήσης.

Η απουσία της κοινωνικής υπόστασης της αξίας και, συνεπώς και της έννοιας της αξίας της ‘κοινωνίας των αξιών’, αποδεικνύεται ιστορικά πως οφείλεται στην ανάγκη να εξουσιάζονται οι κοινωνοί και οι παράγοντες των αξιών. Έτσι η αξία αναγνωρίζεται μόνο στην χρήση της, δήλα δη στην κατανάλωσή της και στην ανταλλαγή της, δήλα δη στην εμπορία της μέχρι πορνείας και κλοπής. Η τεκμηρίωση μιας νομιμότητας της εξουσίας όσων περιορίζονται στην ανταλλαγή, την χρήση και την κατανάλωση αξιών οδήγησε στην σημερινή αντίληψη περί διακαίου που εκφράζεται με τη φράση:

Όποιος πληρώνει αυτός αποφασίζει.

Βέβαια για να λειτουργήσει αυτή η αρχή χρειάζεται ένα εργαλείο και το εργαλείο αυτό είναι μια οικονομία βασισμένη σε ένα μέτρο με το οποίο μπορούμε μόνο να προσθέτουμε και να αφαιρούμε μια ιδιότητα των πραγμάτων και όχι βέβαια το σύνολό τους. Το μέτρο αυτό δεν είναι άλλο από το χρήμα βέβαια που μετρά μόνο ένα μέρος από τη χρηστική και μια όψη από την ανταλλακτική υπόσταση της αξίας, ενώ δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την κοινωνική αξία ούτε με την δημιουργική και την παραγωγική αξία.

Η κάθε αξία όμως υφίσταται πρώτα με την δημιουργική της υπόσταση, μετά με την παραγωγική της υπόσταση και ολοκληρώνεται με την κοινωνική της υπόσταση. Μόλις πάψει να έχει κοινωνική αξία ένα πράγμα, γίνεται προϊόν ιδιωτίας, μοναξιάς, αυτοϊκανοποίησης  και τελικά, κοινωνικού και ψυχικού θανάτου.

Αποτιμώντας την νεότερη ιστορία της Βιάννου, και μάλιστα μετά την ιστορική ανακοίνωση στα  Αστυνομικά χρονικά (τεύχος κς’  του 1878) όπου πρώτη φορά επίσημα αναφέρονται τα εγκλήματα των Γερμανών, βλέπουμε πως οι κάτοικοι της Βιάννου και οι περιουσίες τους αντιμετωπίστηκαν ως καθαρά χρηστικές και ανταλλακτικές αξίες και αποτιμήθηκαν σε χρήμα τα άψυχα ενώ πολλοί άνθρωποι έφυγαν στην Γερμανία, στην Γαλλία, στην Αυστραλία και στην Αμερική για να δουλέψουν στα εκεί αφεντικά πουλώντας τις ζωές τους και για να μπολιαστούν σε κάποια εταιρία ή πανεπιστήμιο με μια γλώσσα κι έναν πολιτισμό που δεν ταίριαζε με αυτόν που τους γέννησε. Αλλά με αυτόν που έθρεψε όσους ήρθαν και δολοφόνησαν τους συγγενείς και τους χωριανούς τους.

Μετά από 30 αιώνες γραπτής ιστορίας του γνωστού σε μάς ‘Δυτικού  κόσμου’, είναι γόνιμο το ερώτημα:

Γιατί η κοινωνική αξία των πραγμάτων και η αξία της κοινωνίας των ανθρώπων που κοινωνούν τα κοινά πράγματα μετέχοντας σε αυτά, απουσιάζει και από τις πολιτικές επιστήμες, και από τις λεγόμενες επιστήμες του ανθρώπου; Το ερώτημα αυτό είναι γραμμένο σε ένα δαχτυλίδι που Βιαννίτης γέρος δώρισε στο Γερμανό στρατιώτη που τον δολοφόνησε σε διατεταγμένη, «επιστημονικά» οργανωμένη φονική υπηρεσία.

Ο Δημήτρης Χρηστάκης είναι Ομότιμος καθηγητής ΕΛΜΕΠΑ

mail

Αλληλογραφία προς την Σύνταξη της «Γραφίδας»