Η ΑΔΕΔΥ ζητά την κατάργηση των τροπολογιών του υπουργού Εργασίας κ. Ιωάννη Βρούτση που ψήφισε η Νέα Δημοκρατία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά την συζήτηση του πολυνομοσχεδίου. Υπενθυμίζεται ότι η κατάθεση των τροπολογιών λίγο πριν ψηφίσει η Ολομέλεια αποτέλεσε την αιτία για την αποχώρηση όλης της αντιπολίτευσης.
Συγκεκριμένα η ΑΔΕΔΥ αναφέρει:
«Μέσα στο κατακαλόκαιρο, εντελώς αιφνιδιαστικά και χωρίς κανένα διάλογο με τα συνδικάτα, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ψήφισε στη Βουλή, ύστερα από εισήγηση του υπουργού Εργασίας κ. Βρούτση, την κατάργηση προστατευτικών, για τους εργαζόμενους, διατάξεων.
Συγκεκριμένα κατάργησε τη διάταξη του Ν4611/2019 με την οποία η εργοδοσία ήταν υποχρεωμένη να επικαλείται κάποιον «βάσιμο» λόγο για να αιτιολογεί τις απολύσεις εργαζομένων, καθώς και τη διάταξη του Ν4554/2018 η οποία προέβλεπε την «ευθύνη εργοδότη και εργολάβου» έναντι των εργολαβικών και υπεργολαβικών εργαζομένων. Πέραν αυτών, η κυβέρνηση ανέστειλε, στην ουσία κατάργησε, τις προθεσμίες των αξιώσεων του εργαζομένου σε περίπτωση προσφυγής του στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Η ψήφιση των παραπάνω τροπολογιών, που αποδομούν ευνοϊκές για τους εργαζόμενους ρυθμίσεις, δείχνει και την κατεύθυνση της πολιτικής που θα ασκήσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, σε σχέση με τα εργασιακά δικαιώματα. Χαρακτηριστικό αυτής της κατεύθυνσης είναι και οι δηλώσεις του υπουργού Εργασίας για την καθιέρωση ηλεκτρονικού αρχείου στα συνδικάτα (φακέλωμα δηλαδή) και της ηλεκτρονικής (!!!) ψηφοφορίας για τη λήψη απόφασης για απεργία.
Είναι προφανές ότι η νέα κυβέρνηση επιχειρεί, ενόψει της αντεργατικής επέλασης που σχεδιάζει, να ορθώσει νέα εμπόδια στη συνδικαλιστική δράση και να καθυποτάξει κάθε εργατική αντίδραση σε αυτή την πολιτική. Για το σκοπό αυτό, αξιοποιεί το αντεργατικό οπλοστάσιο που συγκρότησαν οι κυβερνήσεις στην μνημονιακή περίοδο.
Η Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. ζητά την κατάργηση των αντεργατικών τροπολογιών και δηλώνει πως θα αντιταχθεί με όλες της τις δυνάμεις στα αντεργατικά σχέδια της κυβέρνησης, καθώς και σε οποιαδήποτε προσπάθεια περιορισμού των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.»